20/3/12

Η ιστορία του Εβραϊκού θεάτρου

Το εβραϊκό θέατρο δεν έχει εδαφικά όρια, αλλά προσεγγίζεται από το γεγονός της Διασποράς των Εβραίων λογοτεχνών σε ολόκληρο τον κόσμο. Η γλώσσα της εβραϊκής δραματουργίας προσδιορίζεται από τη γεωγραφική διασπορά των Εβραίων συγγραφέων. Τα μοναδικά σύνορα του εβραϊκού θεάτρου είναι γλωσσικά, αν και η γλωσσολογική προσέγγιση στο θέατρο δεν έχει καθοριστεί με ακρίβεια.

Γλωσσολογική θεατρική διασπορά
Τα εβραϊκά, η ιστορική και θρησκευτική γλώσσα των Εβραίων, δεν έπαψαν ποτέ να γράφονται και καθιερώθηκαν από αιώνες στη λογοτεχνία των πατρογονικών ιουδαϊκών εδαφών. Η γερμανοεβραϊκή γλώσσα (Γίντις, Yiddish) καθιερώθηκε ως ομιλούμενη ζωντανή έκφραση των απέραντων ιουδαϊκών κοινοτήτων ανάμεσα στη Βαλτική και τη Μαύρη θάλασσα, με μετανάστες σε ολόκληρο τον κόσμο. Τέλος, η ισπανοεβραϊκή (Λαντίνο, Ladino) είναι η γλώσσα των Εβραίων που ζουν γύρω στη Μεσόγειο.
Πέρα όμως από τα καθιερωμένα αυτά γλωσσικά όργανα των Εβραίων, σε κάποιες περιπτώσεις γράφτηκαν θεατρικά έργα και σε ευρωπαϊκές γλώσσες. Ο Ισραήλ Ζάνγκβιλ (1864-1926) (ο λεγόμενος «Ντίκενς των Εβραίων») έγραψε εβραϊκά θεατρικά έργα σε αγγλική γλώσσα. Ο Αλέξανδρος Γκράναχ (1890-1945) άρχισε ως ηθοποιός του θεάτρου Γίντις, απέκτησε φήμη γράφοντας θέατρο στα γερμανικά, ενώ μετά το 1933 ξαναγύρισε στο θέατρο Γίντις της Πολωνίας.

Η γέννηση του εβραϊκού δράματος
Δεν υπήρξε πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη θεατρικής παράδοσης στους Εβραίους. Η εντολή του Δευτερονομίου (22:5) «ποτέ άντρας ας μη φορέσει ένδυμα γυναικός» ήταν εμπόδιο για την ίδρυση θεάτρου, ακόμη και έως τον 19ο αιώνα. Είναι γεγονός, όμως, ότι η κλασική ελληνική δραματουργία άσκησε ιδιαίτερη γοητεία στους Εβραίους συγγραφείς.
Πρωτοπόρος του εβραϊκού θεάτρου θεωρείται ο Εζεκιήλ (Ezekiel) από την Αλεξάνδρεια, Ιουδαίος δραματικός ποιητής της ελληνιστικής εποχής που άκμασε τον 2ο αιώνα μ.Χ. Με πρότυπο ύφους τον Ευριπίδη, έγραψε στα ελληνικά σειρά τραγωδιών που εξιστορούν επεισόδια της Εξόδου των Εβραίων. Ήταν εκπρόσωπος της τάσης Εβραίων συγγραφέων να εκφράζονται στην ελληνική γλώσσα.
Η βαθμιαία εξέλιξη του εβραϊκού θεάτρου οφείλεται στους Ιουδαίους θαυματοποιούς, χορευτές και μίμους του Μεσαίωνα και στη διαλογική συζήτηση των Συναγωγών. Πλανόδιοι μουσικοί και επαγγελματίες γελωτοποιοί συνέβαλαν επίσης στην ανάπτυξή του. Οι πλανόδιοι ραψωδοί ήταν περιζήτητοι στα εβραϊκά πανηγύρια και κατά τον 15ο αιώνα τα δημοτικά τραγούδια τους είχαν δραματοποιηθεί υπό την επίδραση του γερμανικού δράματος και των θεατρικών έργων των Αρχιτραγουδιστών (Meistersinger) της Νυρεμβέργης.
Τυπικά παραδείγματα της επίδρασης αυτής είναι οι παραστάσεις με θρησκευτικά έργα και θέμα τους τον Αδάμ και την Εύα, τη θυσία του Ισαάκ, τον Ιωσήφ και τα αδέλφια του ή τον θάνατο του Μωυσή. Το παλαιότερο χειρόγραφο τέτοιου έργου έχει ως θέμα τον προφήτη Ιωνά, βασισμένο σ’ ένα παρόμοιο έργο των Αρχιτραγουδιστών της Νυρεμβέργης, χρονολογούμενο από το 1582.

Οι παραστάσεις Πουρίμ
Οι παραστάσεις των εβραϊκών πανηγυριών συγκεντρώθηκαν βαθμιαία στην εβραϊκή εορτή Πουρίμ, που τηρείται στις 14 και 15 του εβραϊκού μήνα Αδάρ (μεταξύ Φεβρουαρίου και Μαρτίου). Με χαρμόσυνες τελετές γιορτάζονται τα γεγονότα της σωτηρίας των Εβραίων της Περσίας από γενοκτονία (5ος π.Χ. αιώνας). Σε ανάμνηση της σωτηρίας των Εβραίων από τη γενοκτονία δίνονται θεατρικές παραστάσεις στη γερμανοεβραϊκή γλώσσα, με τις οποίες ιστορούνται τα περιστατικά που περιγράφονται στο Βιβλίο της Εσθήρ, η σωτηρία των Εβραίων της Περσίας με τη μεσολάβηση της βασίλισσας Εσθήρ, που την εξόντωσή τους είχε ορίσει με κλήρους (πουρίμ) ο αντισημίτης άρχοντας της Περσίας Αμάν.

Η παρεμβολή στις παραστάσεις αυτές τραγουδιών, η εμμονή στην παράδοση, αλλά και ο αυτοσχεδιασμός, είναι στοιχεία που ίχνη τους μπορεί να βρεθούν και στο σύγχρονο εβραϊκό δράμα. Το πρώτο εβραϊκό θεατρικό έργο, που γράφτηκε με σκοπό να παρασταθεί στη γιορτή Πουρίμ, με τίτλο «Η Κωμωδία του Γάμου», χρονολογείται από τον 16ο αιώνα και αποδίδεται στον Εβραίο δραματικό ποιητή Γεχούντα ντε Σόμο (Yehuda de Somo, 1527-1592), με ολοφάνερη την επίδραση της ιταλικής «κομέντια ντελ’ άρτε».

Απαρχές του σύγχρονου θεάτρου
Το εβραϊκό δράμα εδραιώθηκε στις αρχές του 17ου αιώνα, κυρίως στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας, από Εβραίους πρόσφυγες της Ιταλίας και της Ισπανίας που κατέκλυσαν την ολλανδική πόλη, γράφοντας θέατρο στην εβραϊκή γλώσσα. Το περιεχόμενό του το δανειζόταν από τα θρησκευτικά έργα του Ολλανδού δραματουργού Γιοστ φαν ντεν Φόντελ (Joost van den Vondel, 1587-1679) και τη δραματική φόρμα του από την «κομέντια ντελ’ άρτε» και τα «άουτος σακραμεντάλες» των Ισπανών δραματουργών Καλντερόν και Λόπε ντε Βέγκα.

Το «Θεμέλιο του Κόσμου», ένα «άουτο» του Μωυσή Ζακούτο (Moses Zacuto, 1625-1697), ενός καμπαλιστή συγγραφέα και ποιητή του Άμστερνταμ, δείχνει φανερά τη ζωηρή επίδραση του φαν Φόντελ.
Το πρώτο εβραϊκό έργο που τυπώθηκε στα εβραϊκά ήταν μια ηθικολογία του Γιόζεφ Πέντσο ντε λα Βέγκα (Josef Penco de la Vega, 1650-1703), με τίτλο «Αιχμάλωτοι (της) ελπίδας» (εβρ. Asire tiqva, αγγλ. The Prisoners of Hope), που δημοσιεύτηκε στο Άμστερνταμ το 1673 και ξανατυπώθηκε στο Λιβόρνο της Ιταλίας το 1770. Στο έργο περιέχονται και απαγγελίες, που πιστεύεται ότι γράφτηκαν για να παιχτούν σε τελετή θρησκευτικού σχολείου.

Ο Μοσέ Χαΐμ Λουτσάτο (Μoshe Chaim Luzzatto, 1707-1747), η εξέχουσα μορφή της περιόδου αυτής, ήταν Ιταλοεβραίος καμπαλιστής, κάτοικος του Άμστερνταμ, που θεωρείται θεμελιωτής της σύγχρονης εβραϊκής ποίησης. Το θεατρικό έργο του «Πύργος της Δύναμης», 1727 (εβρ. Miqdal Oz), βασισμένο στον «Πιστό βοσκό» του Γκουαρίνι, και το ηθικοπλαστικό δράμα «Έπαινος για τη χρηστότητα», 1743 (εβρ. LaYesharim Tehila) τοποθετούν τον Λουτσάτο ανάμεσα στους μεγάλους Εβραίους ποιητές.

Η Ιταλία του 18ου αιώνα είχε σημαντική παρουσία Εβραίων θεατρικών συγγραφέων. Ο Σαμουέλ Ρομανέλι (Samuel Romanelli, 1757-1814) μετέφρασε στα εβραϊκά έργα διαφόρων Ιταλών συγγραφέων, κυρίως του Μεταστάζιο, και αντλούσε τις πλοκές των δικών του έργων από τον Οβίδιο.
Η διαδεδομένη όμως μίμηση ξένων έργων, αλλά και η αυξανόμενη παραγωγή έργων, δεν κατέληξε στην ίδρυση ενός μόνιμου θεάτρου και το εβραϊκό δράμα παρέμενε γενικά φιλολογική άσκηση για θρησκευτικές μόνο γιορτές και άλλες ειδικές περιστάσεις, απομακρυσμένη από την ουσιαστική σκηνική παράσταση.

Το Κίνημα Χασκαλά
Στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, το κίνημα του Διαφωτισμού Χασκαλά (Haskalah), υπό την κατεύθυνση του Γερμανοεβραίου φιλοσόφου Μωυσή Μέντελσον, αγωνίστηκε για την πνευματική χειραφέτηση του εβραϊκού λαού και την επιβίωση του πολιτισμού του.

Το Κίνημα της Χασκαλά είχε αναλάβει σχεδόν εξ ολοκλήρου τη θεατρική ψυχαγωγία μέχρι το 1876, οπότε ο Αβραάμ Γκολντφέιντεν (Αbraham Goldfaden, 1840-1908) ίδρυσε σε μια ταβέρνα το πρώτο μόνιμο γερμανοεβραϊκό θέατρο Γίντις, όπου παρουσίασε μουσικά σκετς με κείμενα γραμμένα από τον ίδιο, πάνω στα οποία οι ηθοποιοί αυτοσχεδίαζαν το διάλογό τους.
Ο Γκολντφέιντεν, που ήταν ηθοποιός, δραματουργός, συγγραφέας ασμάτων, παραγωγός και σκηνοθέτης, επεξέτεινε τον θίασό του, εκπαίδευσε τους ηθοποιούς του, χρησιμοποίησε γυναίκες στη σκηνή (για πρώτη φορά στην εβραϊκή ιστορία) και από τις ασήμαντες κωμωδίες των πρώτων χρόνων του προχώρησε να γράψει αξιόλογα θεατρικά έργα, όπως «Η Μάγισσα» (1879), το ιστορικό δράμα «Η Σουλαμίτιδα» (1880), το «Μπαρ Κοχμπά» (1882) και «Ο Δαβίδ σε πόλεμο», το πρώτο θεατρικό έργο στα εβραϊκά που παίχτηκε στις ΗΠΑ (1904). Μερικά από τα έργα αυτά παραμένουν και σήμερα στο δραματολόγιο του θεάτρου Γίντις.

Στη διάρκεια του πεφωτισμένου Κινήματος Χασκαλά, ιδρύθηκαν θίασοι και θέατρα σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο θεατρικός συγγραφέας Γιάκομπ Λατάινερ (Jacob Lateiner, 1853-1935) έγινε ιδρυτής ενός θεάτρου Γίντις στη Νέα Υόρκη. Ένας άλλος θίασος σχηματίστηκε τον ίδιο καιρό από τον θεατρικό συγγραφέα Μωυσή Χούρβιτς (Moshe Hurwitz, 1844-1910), που μετανάστευσε και αυτός, όπως και ο Γκολντφέιντεν, στη Νέα Υόρκη. Στην Ανατολική Ευρώπη, ιδιαίτερα στη Ρωσία, άνθησε περισσότερο από άλλα μέρη η παραγωγή εβραϊκών θεατρικών έργων.

Στην Οδησσό παίζονταν με επιτυχία τα έργα του δραματουργού Γιάκομπ Γεχούντα Λέρνερ (Jacob Yehuda Lerner, 1849-1907), που αποστασιοποιήθηκαν από τα εβραϊκά πρότυπα ή τους Εβραίους ήρωες. Κλασική έμεινε η μετάφρασή του σε γλώσσα Γίντις του «Ουριέλ Ακόστα» του Γερμανού μυθιστοριογράφου και δραματουργού Καρλ Γκούτσκοβ (1811-1878).

Ένα από τα αποτελέσματα του Κινήματος Χασκαλά ήταν η ανανέωση του ενδιαφέροντος για συγγραφή έργων με γλωσσικό όργανο τα εβραϊκά. Η γνώση του δράματος αυξήθηκε περισσότερο με τις μεταφράσεις. Η «Εσθήρ» και η «Αταλία» του Ρακίνα μεταφράστηκαν επανειλημμένα και προσέλκυσαν το εβραϊκό ενδιαφέρον. Επίσης μεταφράστηκαν ο «Φάουστ» του Γκαίτε και τα έργα του Σίλερ και του Λέσινγκ, όπως και τα έργα του Μεταστάζιο, του Μολιέρου και άλλων. Τον Σαίξπηρ απομιμήθηκε ο Γιάκομπ Εφράτι (Jacob Efrati, 1770-1840) στο δράμα του «Η Βασιλεία του Σαούλ», που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1764.
Το θέατρο Γίντις στα χρόνια της Χασκαλά προοριζόταν να γίνει το όργανο για την ανάπτυξη της εθνικής και κοινωνικής συνείδησης των Εβραίων. Οι Εβραίοι συγγραφείς της περιόδου αυτής έβαζαν τα θεμέλια ενός νέου ρεπερτορίου σε γλώσσα Γίντις και διαμόρφωναν ακροατήριο για το μελλοντικό εβραϊκό θέατρο.

Αμερικανισμός και νέες τάσεις
Η ενεργητικότητα γενικά του εβραϊκού στοιχείου είχε ως αποτέλεσμα τα αυστηρά αντισημιτικά μέτρα που πήρε η Ρωσία μετά τη δολοφονία του ανεξίθρησκου τσάρου Αλεξάνδρου Β', που είχε άρει τους ασφυκτικούς περιορισμούς σε βάρος των εβραϊκών μειονοτήτων. Το Σεπτέμβριο του 1883 όλα τα εβραϊκά θεατρικά έργα απαγορεύτηκαν ρητά, τα θέατρα έκλεισαν και πολλοί Εβραίοι δραματουργοί και ηθοποιοί μετανάστευσαν στην Αγγλία και την Αμερική. Η Νέα Υόρκη έγινε εφεξής το κέντρο του θεάτρου Γίντις.

Η πρώτη απόπειρα για την εδραίωση του νεοϋορκέζικου εβραϊκού δράματος έγινε από τον Μπόρις Τομασέφσκι (Boris Tomasevski, 1886-1939) και ενισχύθηκε με την άφιξη στη Νέα Υόρκη των Λατάινερ και Χούρβιτς. Θέματα από τη ζωή των Εβραίων στην Ευρώπη, που είχαν γίνει ευχαρίστως αποδεκτά στις πρώτες ημέρες της μετανάστευσης, έγιναν σε σύντομο χρονικό διάστημα εκτός μόδας, καθώς ο αμερικανισμός εισχωρούσε στο εβραϊκό δράμα.

Ακόμη και ο Γκολντφέιντεν, που μετανάστευσε επίσης στη Νέα Υόρκη το 1887, διαπίστωσε ότι τα έργα του δεν συγκινούσαν το νέο κοινό τους και παραχώρησε τη θέση του σ’ ένα νέο δραματουργό, τον Γιάκομπ Μιχαήλοβιτς Γκόρντιν (Jacob Mikhailovich Gordin, 1853-1909), για να αναζωογονήσει το αμερικανικό θέατρο Γίντις. Ο Γκόρντιν προσπάθησε να διευρύνει τη σκοπιά του με ελεύθερη προσαρμογή, με εβραϊκούς όμως όρους, έργων μεγάλων Ευρωπαίων δραματουργών από τον Σαίξπηρ μέχρι τον Ίψεν.
Ανάμεσα στα 70 περίπου έργα του Γκόρντιν, που σημείωσαν εξαιρετική επιτυχία στα νεοϋορκέζικα θέατρα, ήταν «Ο Εβραίος βασιλιάς Ληρ» (1892) και «Θεός, Άνθρωπος και Διάβολος» (1900), βασισμένο στον «Φάουστ» του Γκαίτε. O Γκόρντιν πέτυχε να παρουσιάσει τα έργα του σύμφωνα με το εβραϊκό πνεύμα, έτσι ώστε το έργο του γενικά να θεωρείται σημαντικό στην εξέλιξη του θεάτρου Γίντις στην Αμερική.

Ανάμεσα σε άλλους συγγραφείς που ακολούθησαν τον Γκόρντιν στην κατεύθυνση του κοινωνικού δράματος, με φανερές επιρροές από τον Ίψεν, τον Στρίντμπεργκ και τον Τολστόι, ήταν ο Λέο Κόμπριν (Leon Kobrin, 1873-1946), με το έργο του «Περίπατος στην όχθη», αλλά και τις περίτεχνες μεταφράσεις έργων των Εμίλ Ζολά, Μαξίμ Γκόργκι, Τολστόι, Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι και Άντον Τσέχοφ, καθώς και ο Σολομών Λίμπιν (Solomon Libin, 1872-1955), συγγραφέας πενήντα περίπου έργων, που πραγματεύονται τη ζωή των μεταναστών Εβραίων εργατών στη Νέα Υόρκη, από τα οποία το δράμα του «Πονεμένες καρδιές» (αγγλ. Broken Hearts) γνώρισε μεγάλη επιτυχία.

Η δραματουργία του 20ού αιώνα
Στο διάστημα αυτό, το θέατρο Γίντις είχε σημειώσει σημαντική πρόοδο και στην Ευρώπη. Το 1910 ο Μαξ Ράινχαρτ ανέβασε στο Βερολίνο μια γερμανική μετάφραση του «Θεού της Εκδίκησης» του Εβραίου δραματουργού Σόλεμ Ας (Sholem Asch, 1880-1957), που είχε πολιτογραφηθεί Αμερικανός το 1920.
Το έργο αυτό, γραμμένο το 1907, είναι η τραγωδία ενός ανθρώπου που διατηρεί οίκο ανοχής και πληροφορείται τελικά ότι η ίδια του η κόρη είναι πόρνη. Ο θεός της εκδίκησης στο έργο είναι ο Θεός της Εβραϊκής Βίβλου, που πρεσβεύει ότι οι αμαρτίες των γονέων πέφτουν πάνω στα παιδιά. Παρά τη Βιβλική του έμπνευση, το θέμα του έργου θεωρήθηκε ακατάλληλο για παράσταση και όταν το δράμα ανέβηκε στη Νέα Υόρκη το 1924, έγιναν προσπάθειες να κατέβει. Η υπόθεση έφτασε μέχρι το Ανώτατο Δικαστήριο της Πολιτείας της Νέας Υόρκης, με εναγόμενους όλους τους εμπλεκόμενους στην παράσταση.
Το έργο αυτό του Σόλεμ Ας έχει στην ουσία του αναμφισβήτητη δύναμη, όπως και τα περισσότερα έργα του, που ανάμεσά τους ξεχωρίζουν: «Τρεις πόλεις» (1933), «Σωτηρία» (1934), «Ο πόλεμος συνεχίζεται» (1936), «Ο Ναζωραίος» (1939), «Ο Απόστολος» (1943), «Ανατολικός ποταμός» (1846), «Μαρία» (1949) και «Ο Προφήτης» (1955).

H ρωσική απαγόρευση της παρουσίασης εβραϊκών έργων χαλάρωσε το 1908, έτσι ώστε να ιδρύσει ο δραματουργός Πέρετς Χίρσμπαϊν (Peretz Hirshbein, 1880-1948) το πρώτο θέατρο τέχνης στην Οδησσό, με παραστάσεις έργων του Γκόρντιν, του Ας και του Ισαάκ Λάιμπ Πέρετς (Isaac Leib Peretz, 1852-1915), συμβολιστή ποιητή και συγγραφέα μονόπρακτων έργων, που γνώρισαν μεγάλη επιτυχία στη σκηνή.
Avram Reysn, I.L.Peretz, Sholem Asch, Khayim Zhitlovsky, H.D. Nomberg

Ο Χίρσμπαϊν, γεννημένος στη Λιθουανία, έγραψε έργα που έδιναν την τραχιά εικόνα των Εβραίων φτωχών (αγροτών, γυρολόγων κλπ.) της αγροτικής Λιθουανίας. Είδωλά του ήταν ο Μαξίμ Γκόργκι και ο Χάουπτμαν. Έργα του που παίχτηκαν σε θέατρα των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης είναι: «Mίριαμ» (1905), «Το στοιχειωμένο χάνι» (1912), «Η κόρη του Σμιθ» (1915), «Πράσινα λιβάδια» (1916) κ.ά.

Οι εξέχουσες φιλολογικές μορφές της σύγχρονης Αμερικής στο θέατρο Γϊντις ήταν ο Σόλεμ Αλάιχεμ (Sholem Aleichem, 1859-1916), που έδρασε και πέθανε σε ηλικία 57 ετών στη Νέα Υόρκη, και ο Χάλπερ Λέβικ (Halper Levik, 1888-?). Μερικά από τα σπουδαιότερα έργα τους ανέβηκαν στις νεοϋορκέζικες σκηνές με μεγάλη επιτυχία.
Ανάμεσα στα έργα του Αλάιχεμ περιλαμβάνονται: «Το Διαζύγιο» (1888), «Εβραίες θυγατέρες» (1905), «Οι χρυσοθήρες» (1907), «Δύσκολο να είσαι Εβραίος» (1914), «Το τζάκποτ» (1916) και «Τένυε ο γαλατάς» (1917), στο οποίο βασίστηκε το σύγχρονο μιούζικαλ «Βιολιστής στη Στέγη». Εξάλλου, το έργο του Λέβικ «Γκόλεμ» (Golem) παίχτηκε στα εβραϊκά, στη γίντις, στα πολωνικά και στα αγγλικά (με τίτλο «Ποιητική Γνώση») και αποτέλεσε τη βάση του θρησκευτικού μελοδράματος. To 1945 ανέβηκε το έργο του «Θαύμα στο γκέτο της Βαρσοβίας», που πραγματεύεται τον αγώνα των Πολωνών εναντίον των Ναζί κατακτητών.

Κυρίαρχη μορφή του θεάτρου Γίντις ήταν και ο Ρωσοεβραίος δραματουργός Σολομών Άνσκυ (Solomon Ansky, 1863-1920), που με το αριστουργηματικό και παγκοσμίως δημοφιλές δράμα του «Ντυμπούκ» (Dybbuk, 1914), από τα σπουδαιότερα στο ρεπερτόριο της εβραϊκής θεατρικής σκηνής, πλούτισε τη λογοτεχνία της γίντις με τις αξίες της λαϊκής εβραϊκής παράδοσης.

Θεατρικές σκηνές: Η Χαμπίμα
H δημοτικότητα του θεάτρου Γίντις ανάμεσα στις εβραϊκές μάζες σε Ευρώπη και Αμερική φανέρωσε πως η επιβίωση της εβραϊκής γλώσσας μπορούσε να ενθαρρυνθεί με την ίδρυση ενός μόνιμου θιάσου για το ανέβασμα έργων αποκλειστικά στην εβραϊκή γλώσσα.
Στο πλαίσιο αυτό, άρχισαν να γίνονται προτάσεις για την επιστροφή και την ανάπτυξη του δράματος στις εβραϊκές κοινότητες της Παλαιστίνης. Το 1917 ιδρύθηκε στη Μόσχα ο θίασος «Χαμπίμα» (εβρ. Habima «σκηνή»), με απώτερο σκοπό να μεταφερθεί μελλοντικά στην Παλαιστίνη. Ένα από τα πρώτα έργα που ανέβασε ήταν το «Ντυμπούκ» του Σολομώντα Άνσκυ, που εδραίωσε όσο κανένα άλλο έργο τη φήμη και το ύφος της Χαμπίμα. Ακολούθησαν παραστάσεις στα εβραϊκά από το ευρωπαϊκό ρεπερτόριο, όπως «Ο Μαθητής του Διαβόλου» του Μπέρναρντ Σω, «Τα Στηρίγματα της Κοινωνίας» του Ίψεν, «Ο Πατέρας» του Στρίντμπεργκ κ.ά.

Το 1928 ο θίασος της Χαμπίμα έκανε την πρώτη του εμφάνιση στην Παλαιστίνη και το 1931 εγκαταστάθηκε μόνιμα εκεί, όπου κι έγινε το μεγαλύτερο κέντρο δραματικής τέχνης στο Ισραήλ. Η Χαμπίμα επισκέφθηκε τη Νέα Υόρκη το 1948, παρουσιάζοντας δραματολόγιο με έργα Ρωσοεβραίων συγγραφέων, όπως το «Ντυμπούκ» του Άνσκυ και το «Γκόλεμ» του Λέβικ, αλλά και έργα από το ευρωπαϊκό θέατρο, όπως «Το στέμμα του Δαβίδ» του Ισπανού δραματουργού Καλντερόν.

17/3/12

Η Εβραϊκή Κοινότητα της Θεσσαλονίκης (Β' Μέρος)

20ος ΑΙΩΝΑΣ
To 1908, όταν οι Νεότουρκοι εξεγέρθηκαν κατά του Σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ Β', πολλοί Εβραίοι συγκαταλέγονταν στους οπαδούς τους. Το νεοτουρκικό κομιτάτο εδραιώνει την επανάσταση του στη Θεσσαλονίκη και με έδρα αυτή την πόλη ανατρέπει τον Σουλτάνο. Μία από τις πρώτες ενέργειες των Νεότουρκων, όταν απέκτησαν δύναμη, ήταν να επιστρατεύσουν όλους τους μη μουσουλμάνους υπηκόους τους στον τουρκικό στρατό. Γι’ αυτό πολλοί νέοι Εβραίοι φεύγουν από τη Θεσσαλονίκη και μεταναστεύουν στις ΗΠΑ, για να αποφύγουν τη θητεία στον τουρκικό στρατό. Την ίδια περίοδο, δραστηριοποιείται ανοιχτά στη Θεσσαλονίκη το Σιωνιστικό κίνημα, με την ίδρυση των πρώτων σιωνιστικών οργανώσεων, όπως τα σωματεία Μπενέ Σιών, Αγκουντά, Μισραχή και ο αθλητικός σύλλογος Μακαμπί. Ο Σιωνισμός εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην πόλη από το 1899, αρχικά με τη μορφή σωματείων, όπως η Καδίμα, που πρόβαλε σαν κύριο σκοπό της τη διάδοση της εβραϊκής γλώσσας. Στις παραμονές του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, υπήρχαν πάνω από 20 σιωνιστικές οργανώσεις. Σχεδόν ταυτόχρονα, το 1909, μέσα από την πολυάριθμη εβραϊκή εργατική τάξη της Θεσσαλονίκης, γεννιέται και η σοσιαλιστική εργατική Ομοσπονδία, η γνωστή με τον ισπανοεβραϊκό τίτλο της Φεντερασιόν και οργανώνονται συνδικαλιστικά κινήματα, επειδή πιστεύουν ότι η νέα κυβέρνηση είναι πιο φιλελεύθερη και πιο ανεκτική από την προηγούμενη.
Η Φεντερασιόν θα λειτουργήσει αυτόνομα μέχρι το 1918, όταν μαζί με άλλες ελληνικές αριστερές οργανώσεις γίνεται συνιδρύτρια του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδος, που αργότερα μετονομάστηκε σε Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος. Ιδρυτής και ηγέτης της Φεντερασιόν ήταν ο Αβραάμ Μπεναρόγια. Το κίνημα των Νεότουρκων σηματοδότησε μια νέα «χρυσή» εποχή για τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης. Υπήρχαν Εβραίοι σε κάθε επάγγελμα: έμποροι, καπνεργάτες, δικηγόροι, γιατροί, δάσκαλοι, αλλά και λιμενεργάτες. Κάθε Σάββατο η πόλη και το λιμάνι ακινητοποιούνταν, γιατί οι Εβραίοι δεν εργάζονταν. Το 1933, 300 ναυτικοί, λιμενεργάτες και αχθοφόροι μαζί με τις οικογένειές τους μετανάστευσαν στην Παλαιστίνη και εγκαταστάθηκαν στη Χάιφα. Με το πέρασμα των χρόνων, και άλλες οικογένειες από τη Θεσσαλονίκη τους ακολούθησαν. Το 1936, μερικοί απ’ αυτούς μετακόμισαν στο Τελ Αβίβ και έθεσαν τα θεμέλια για την κατασκευή του εκεί λιμανιού.

ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Από τις 26 Οκτωβρίου 1912, η Θεσσαλονίκη είναι ξανά Ελληνική, με την είσοδο του ελληνικού στρατού στην πόλη. Η διοίκηση της Κοινότητας θα γίνει αμέσως δεκτή από τον βασιλιά Γεώργιο Α' και τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο, που υπόσχονται ότι οι Εβραίοι και οι άλλες μειονότητες θα έχουν τα ίδια δικαιώματα με τον υπόλοιπο ελληνικό πληθυσμό, υποσχέσεις που επαληθεύονται καθημερινά στη πράξη. Γι’ αυτό, η απόπειρα των Βουλγάρων να προσεταιρισθούν τους Εβραίους, μιας και στερείτο σοβαρής εθνολογικής βάσης στην πόλη, δεν έχει αποτέλεσμα. Αντίθετα, η Ελληνική διοίκηση κερδίζει όλο και περισσότερο την εμπιστοσύνη του τοπικού, αλλά και του διεθνούς Εβραϊσμού, που εκφράζεται όλο και πιο ευνοϊκά γι’ αυτήν και υποστηρίζει ανοιχτά τις ελληνικές διεκδικήσεις κατά τη διανομή των ευρωπαϊκών εδαφών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μετά τους Βαλκανικούς πολέμους. Σύμφωνα με απογραφή των Ελληνικών αρχών, οι Εβραίοι στην πόλη αριθμούσαν τότε 61.439 ψυχές, έναντι 45.867 Μουσουλμάνων, 39.936 Ελλήνων και 10.600 ατόμων που ανήκαν σε άλλες εθνότητες. Μετά τους Βαλκανικούς πολέμους (1912-13), η Θεσσαλονίκη δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί πλέον ως λιμάνι των Βαλκανίων. Ωστόσο, το εμπόριο συνέχισε να ανθεί, επειδή στη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου στη Θεσσαλονίκη στρατοπέδευσαν πολλές συμμαχικές δυνάμεις. Έτσι αρχίζει για τους Εβραίους η νέα περίοδος της ένταξής τους στο Ελληνικό κράτος. Η πρώτη δεκαετία μετά την απελευθέρωση, που σημαδεύεται από εθνικές περιπέτειες, όπως η μεγάλη πυρκαγιά του Αυγούστου του 1917, ο διχασμός και η Μικρασιατική καταστροφή, θα κλείσει με τη μαζική εγκατάσταση πολυάριθμων προσφύγων.
Ιδιαίτερα η πυρκαγιά του 1917 ήταν ένα συντριπτικό χτύπημα, καθώς κατέστρεψε το μεγαλύτερο μέρος της πόλης. Η Εβραϊκή κοινότητα δεν μπόρεσε να συνέλθει ξανά, καθώς 53.737 μέλη της μένουν άστεγα. Καταστρέφονται τα διοικητικά κτίρια της Κοινότητας και της αρχιραβινείας, όλες σχεδόν οι συναγωγές, οι κτιριακές εγκαταστάσεις των φιλανθρωπικών ιδρυμάτων, τα διδακτήριο της Alliance και 10 σχολές. Η Ελληνική κυβέρνηση, που ακολούθησε πολιτική εξελληνισμού της πόλης, ήταν πρόθυμη να αποζημιώσει τους Εβραίους, που τα σπίτια τους είχαν καταστραφεί, αλλά δεν τους επέτρεψε να επιστρέψουν σε συγκεκριμένα μέρη της πόλης. Έτσι πολλοί Εβραίοι αναγκάζονται να φύγουν από τη χώρα και να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό, οι πιο πολλοί θα εγκατασταθούν στη γη του Ισραήλ. Το 1922, θεσπίστηκε ένας νόμος, που υποχρέωνε όλους τους κατοίκους της πόλης να μην εργάζονται την Κυριακή, γεγονός που προκάλεσε ένα ακόμα κύμα μετανάστευσης των Εβραίων, που ήθελαν να κρατήσουν το Σάββατο ως ημέρα αργίας. Ορισμένοι πήγαν στην Παλαιστίνη, ενώ την ίδια εποχή οι πιο πολλοί μετανάστευσαν στο Παρίσι, όπου ίδρυσαν μια σημαντική κοινότητα.
Στη διάρκεια του μεσοπολέμου, πολλοί Εβραίοι θα μεταναστεύσουν στις ΗΠΑ, την Αγγλία, τη Γαλλία, την Ιταλία και την Αλεξάνδρεια, ιδιαίτερα μετά το θλιβερό γεγονός του εμπρησμού του συνοικισμού Κάμπελ, από εξτρεμιστικά στοιχεία, το 1931. Τότε, μετά τις εκλογές σημειώθηκαν αναταραχές στο συνοικισμό, που είχαν αντισημιτικό χαρακτήρα. Οπλισμένοι χούλιγκαν (της οργάνωσης Ε.Ε.Ε) κατέκαψαν ολόκληρη την εβραϊκή συνοικία με συνέπεια οι πιο πολλοί Εβραίοι του συνοικισμού να φύγουν και να εγκατασταθούν στη γη του Ισραήλ. Παρ’ όλα αυτά, το 1940, η Εβραϊκή κοινότητα αριθμεί πάνω από 50.000 ψυχές στη Θεσσαλονίκη και παρόλη τη μείωση των μελών της από την αρχή του αιώνα και όλες τις ταραχές και τις πυρκαγιές, ισχυροποίησε τη θέση της στην οικονομική δραστηριότητα της πόλης. Ενσωματώθηκαν στην ελληνική κοινωνία, με μικρότερη ή μεγαλύτερη επιτυχία, διατηρώντας τις παραδόσεις και τη γλώσσα τους. Οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης ζουν αρμονικά με τους Χριστιανούς συμπολίτες τους, αλλά δυστυχώς η ευημερία αυτή δεν έμελλε να κρατήσει για πολύ. Στον πόλεμο του ’40-41 εκτελούν στο ακέραιο το καθήκον τους απέναντι στην Ελληνική πατρίδα, καθώς 12.989 από αυτούς θα στελεχώσουν τις ένοπλες δυνάμεις (343 αξιωματικοί). Οι απώλειές τους ανέρχονται σε 513 νεκρούς και 3.743 τραυματίες. Η υποδούλωση της Ελλάδας στις δυνάμεις του Άξονα θα σημάνει την αρχή του τέλους.

ΝΑΖΙΣΤΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ
Οι πρώτες στρατιωτικές φάλαγγες των Γερμανών μπήκαν στη Θεσσαλονίκη στις 9 Απριλίου 1941 και επιβάλουν τα πρώτα αντιεβραϊκά μέτρα από τις πρώτες κιόλας μέρες. Απαγορεύουν την είσοδο των Εβραίων σε καφενεία, ζαχαροπλαστεία, εστιατόρια κλπ. Δύο μέρες αργότερα, ανεστάλη η λειτουργία της «Μεσατζέρο», της μόνης Ισπανοεβραϊκής καθημερινής εφημερίδας που λειτουργούσε έως τότε. Ένας μεγάλος αριθμός εβραϊκών σπιτιών και δημοσίων κτιρίων επιτάσσεται, καθώς και το Εβραϊκό νοσοκομείο Χιρς, που ιδρύθηκε από το Βαρόνο Χιρς. Στις 15 Απριλίου, συλλαμβάνουν και φυλακίζουν όλα τα μέλη του Διοικητικού συμβουλίου της Κοινότητας, διατάζουν τους Εβραίους να παραδώσουν τα ραδιόφωνα τους και μετά από επιδρομή λεηλατούν τα γραφεία της Κοινότητας, καταστρέφοντας τα αρχεία και τις εβραϊκές βιβλιοθήκες. Οι Ναζί διόρισαν νέο πρόεδρο για την Κοινότητα, για να μεταδίδει τις εντολές τους.
Οι διωγμοί άρχισαν σε συγκαλυμμένη μορφή, όπως άλλωστε συνήθιζαν οι Ναζί: Στις 11 Ιουλίου του 1942, όλοι οι άρρενες Εβραίοι ηλικίας 18-45 ετών διατάσσονται να παρουσιαστούν στην πλατεία Ελευθερίας. Τη μέρα αυτή, 6.000-7.000 Εβραίοι συγκεντρώθηκαν κάτω από τον καυτό ήλιο μέχρι το απόγευμα, περικυκλωμένοι από στρατιώτες με αυτόματα όπλα. Εκεί, αφού υφίστανται απερίγραπτες ταπεινώσεις κι εξευτελισμούς, καταγράφονται και οδηγούνται σε καταναγκαστικά έργα. Πολλοί στάλθηκαν αμέσως σε περιοχές που τις μάστιζε η ελονοσία, όπου δούλευαν δέκα ώρες την ημέρα με πολύ λίγο φαγητό. Μέσα σε δέκα εβδομάδες, το 12% όσων οδηγήθηκαν εκεί, είχε πεθάνει. Μετά από παρατεταμένες διαπραγματεύσεις με την Εβραϊκή κοινότητα της πόλης, οι Ναζί τελικά συμφώνησαν να απελευθερώσουν τους Εβραίους, αναγκάζοντας την Κοινότητα να καταβάλει ως λύτρα το ποσό των 2,5 δισ. δρχ., ποσό εξωφρενικό για την εποχή, που η κοινότητα συγκέντρωσε με τεράστιες δυσκολίες. Τον Δεκέμβριο του 1942, οι Ναζί κατάσχουν και λεηλατούν τις ανθούσες εβραϊκές επιχειρήσεις, περιουσίες και αποθήκες.
Τον ίδιο μήνα καταστρέφουν πλήρως το αρχαίο Εβραϊκό νεκροταφείο, που βρισκόταν στο χώρο της σημερινής Πανεπιστημιούπολης. Περιείχε περίπου 500.000 τάφους και χρονολογείτο σίγουρα από τον 15ο αιώνα. Απαλλοτριώθηκε και έγινε λατομείο για όλη την πόλη. Ταφόπλακες ανεκτίμητης ιστορικής αξίας αφαιρέθηκαν, ανεξάρτητα από την παλαιότητά τους και μέχρι πριν λίγο καιρό θα μπορούσε να τις αντικρίσει κανείς σκόρπιες σε όλη την πόλη ως πλάκες πεζοδρομίου.
Στο στάδιο αυτό, οι Γερμανοί αντικατέστησαν τον πρόεδρο της Κοινότητας, που οι ίδιοι είχαν τοποθετήσει όταν εισέβαλαν στην πόλη, με το Ραβίνο Τσβι Κόρετς, που δεν ήταν ντόπιος Θεσσαλονικιός. Η κοινότητα ήλπιζε ότι εφόσον εκείνος μιλούσε Γερμανικά, θα μπορούσε να είναι πιο αποτελεσματικός στις συναλλαγές του με τις Γερμανικές αρχές. Ο ίδιος είχε πειστεί ότι με την πειθήνια συμμόρφωση, οι Ναζί θα μπορούσαν να κατευναστούν. Με τη διπλή ιδιότητα του ραβίνου και του προέδρου, όχι μόνον εκτελούσε όλες τις εντολές των Γερμανών, αλλά και παρότρυνε την Κοινότητά του να υπακούσει.
Στις 6 Φεβρουαρίου 1943, φτάνει στη Θεσσαλονίκη μια επιτροπή των SD με επικεφαλής τον Ντίτερ Βισλιτσένι και τον Αλόις Μπρύνερ και κινεί τον μηχανισμό για το οριστικό ξεκλήρισμα των Εβραίων, θέτοντας σε εφαρμογή τους φυλετικούς νόμους. Δύο μέρες αργότερα δόθηκε η διαταγή που υποχρέωνε τους Εβραίους να φορούν το κίτρινο Άστρο του Δαυίδ. Τα καταστήματα και τα γραφεία τους έπρεπε να σημαδευτούν με παρόμοιο τρόπο και οι κατοικίες τους περιορίζονται σε ορισμένες μόνο συνοικίες (γκέτο). Ήταν η πρώτη φορά, σε σχεδόν 2.000 χρόνια, που οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης αναγκάστηκαν να μείνουν σε γκέτο, μια έννοια που ήταν άγνωστη στους Εβραίους της Θεσσαλονίκης μέχρι τότε. Όποιος Εβραίος άλλαζε κατοικία χωρίς άδεια, θεωρείτο λιποτάκτης και τον πυροβολούσαν εν ψυχρώ. Κανένας Εβραίος δεν επιτρεπόταν να κυκλοφορεί στους δρόμους μετά τη δύση του ήλιου. Τους απαγορεύεται επίσης η χρήση τηλεφώνων και δημόσιων μεταφορικών μέσων (τραμ).
Οι Ναζί, κρύβοντας τις πραγματικές τους προθέσεις, ισχυρίζονται ότι αποβλέπουν στην αναδιοργάνωση της Κοινότητας σε μια αυτόνομη περιοχή της πόλης, με δικό της Δήμαρχο και Επιμελητήριο. Σχηματίζουν ακόμα μια εβραϊκή πολιτοφυλακή και επιβάλλουν στους Εβραίους να συντάξουν αναλυτικές δηλώσεις των περιουσιακών τους στοιχείων. Στις 6 Μαρτίου 1943, απαγορεύεται η έξοδος των Εβραίων από τα γκέτο, ενώ στο συνοικισμό του Βαρόνου Χιρς στήνεται το σκηνικό για την τελική πράξη της τραγωδίας. Εκεί θα οδηγηθεί το ανθρώπινο κοπάδι έτοιμο να παραδοθεί στη σφαγή.

ΤΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ
Μισό αιώνα πριν, ο Βαρόνος ντε Χιρς είχε πληρώσει για την κατασκευή ορισμένων μικρών σπιτιών κοντά στο σιδηροδρομικό σταθμό, για να δώσει στέγη σε Εβραίους φυγάδες από τα ρωσικά πογκρόμ. Αυτό έμελε να είναι το σκηνικό της οριστικής τραγωδίας. Τριακόσια άδεια βαγόνια τρένου παραταγμένα στις γραμμές περίμεναν τα θύματα. Το πρωί της 14ης Μαρτίου, οι κάτοικοι του συνοικισμού Βαρόνου Χιρς διατάχθηκαν να συγκεντρωθούν στην τοπική τους Συναγωγή, όπου ενημερώθηκαν από το Ραβίνο Κόρετς ότι επρόκειτο να μεταφερθούν στην Πολωνία. Τους είπε ότι θα έβρισκαν ένα νέο σπιτικό εκεί, ανάμεσα σε δικούς τους ανθρώπους. Το επόμενο πρωί, 15 Μαρτίου, οι κάτοικοι του συνοικισμού συγκεντρώθηκαν και οδηγήθηκαν στο σταθμό. Τους έβαλαν στα βαγόνια, που σύντομα υπερφορτώθηκαν δύο φορές απ’ όσο χωρούσαν, μετά τα σφράγισαν και ο πρώτος συρμός αναχωρεί για την Πολωνία, με προορισμό τα στρατόπεδα του θανάτου Άουσβιτς και Μπίρκεναου. Μερικές ώρες αργότερα το γκέτο Αγία Παρασκευή περικυκλώθηκε και οι κάτοικοί του διατάχθηκαν να ετοιμαστούν για να φύγουν σε 20 λεπτά. Μετά τους οδήγησαν με τα πόδια στο συνοικισμό Βαρόνου Χιρς, χωρίς να υπολογίσουν ηλικιωμένους, παιδιά, άρρωστους, ανάπηρους, όπου την επόμενη μέρα τους συνάντησαν Εβραίοι από άλλη περιοχή.
Στις 17 Μαρτίου, μια ακόμα αποστολή έφευγε προς το βορρά, στις ίδιες συνθήκες με την προηγούμενη. Από εκείνη τη μέρα οι σκηνές αυτές επαναλαμβάνονταν, καθώς ομάδες έρχονταν στο συνοικισμό Χιρς και γίνονταν αποστολές που έφευγαν προς το βορρά. Όλα αυτά τα τρένα, το ένα πίσω απ’ το άλλο, κατευθύνθηκαν στα διαβόητα στρατόπεδα εξόντωσης του Άουσβιτς και του γειτονικού Μπίργκεναου. Μέχρι τον Αύγουστο του 1943, θα αναχωρήσουν συνολικά 19 αποστολές, από τους διάφορους εβραϊκούς συνοικισμούς της πόλης, η μια μετά την άλλη, που θα μεταφέρουν μέσα σε λίγες εβδομάδες το σύνολο σχεδόν των Εβραίων της πόλης στους τόπους του μαρτυρίου τους, στοιβαγμένους σε βαγόνια που προορίζονταν για ζώα. Η τελευταία αποστολή έφυγε στις 7 Αυγούστου 1943. Περίπου 43.850 Εβραίοι, δηλαδή το 96% της Εβραϊκής Κοινότητας, απελάθηκαν σ’ αυτούς τους μήνες από τη Θεσσαλονίκη. Σχεδόν όλοι στάλθηκαν κατ’ ευθείαν στην Πολωνία, όπου και θανατώθηκαν.

ΒΟΗΘΕΙΑ
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονιστεί η αυτοθυσία εκείνων των Χριστιανών που, με κίνδυνο της ζωής τους, πρόσφεραν φιλόστοργο άσυλο σε πολλούς Εβραίους. Στην πρωτοπορία βρέθηκαν ο κλήρος, η εθνική αντίσταση, τα σώματα ασφαλείας, αλλά και όλος ο ελληνικός λαός που συμπαραστάθηκε όπου και όπως μπορούσε, νιώθοντας από την πρώτη στιγμή φρίκη απέναντι στο έγκλημα, έστω και αν δεν το είχαν συλλάβει σε όλη του την έκταση, όπως άλλωστε δεν το είχαν συλλάβει και τα θύματα. Δεν μπορούν να ξεχαστούν τα έντονα διαβήματα του Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Γενναδίου, για να ανακοπούν οι αποστολές. Θα τονίσουμε εδώ και το έγγραφο (23/3/43), που συνυπέγραψαν μαζί με τον Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό και 29 ακόμα πρόεδροι οργανώσεων (από την Ακαδημία και τις Ανώτατες Σχολές μέχρι τα τεχνικά και επαγγελματικά επιμελητήρια). Το έγγραφο αυτό, γραμμένο σε αυστηρό ύφος, αναφέρεται στην ακατάλυτη αλήθεια των δεσμών που ταυτίζουν απολύτως τους Έλληνες Χριστιανούς Ορθόδοξους με τους Έλληνες Εβραίους, υπό την κοινή και μόνη έννοια «Έλληνες». Και είναι αναμφισβήτητο, ότι σ’ ολόκληρη την κατεχόμενη Ευρώπη δεν αποτολμήθηκε κάποια παρόμοια ενέργεια. Δυστυχώς, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες ανώτατων Χριστιανών κληρικών και δημοσίων υπαλλήλων, ορισμένων μονάδων της Εθνικής Αντίστασης και μεμονωμένων πολιτών, ένας ασήμαντος αριθμός θα μπορέσει να διαφύγει ή να ενταχθεί στην Αντίσταση. Πολύ λίγοι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης βρήκαν καταφύγιο στη γύρω ύπαιθρο, προσχωρώντας στην Αντίσταση ή στην Αθήνα, όπου μεγάλο ποσοστό του εβραϊκού πληθυσμού σώθηκε χάρη στη βοήθεια του χριστιανικού πληθυσμού. Τον Οκτώβριο του 1944, η Θεσσαλονίκη επανακτήθηκε από Ελληνικές και Συμμαχικές δυνάμεις. Μια χούφτα Εβραίοι θα επιστρέψουν στην πόλη, της οποίας η ιστορία είχε συνυφανθεί τόσο στενά με τη δική τους για 2.000 χρόνια. Βρήκαν τα σπίτια τους κατειλημμένα, την περιουσία τους λεηλατημένη, όλες, εκτός από δύο ή τρεις (από τις 19), συναγωγές κατεστραμμένες και το παλαιό νεκροταφείο τους να χρησιμοποιείται ακόμα ως λατομείο. Ανάμεσα στα ερείπια, όσοι απέμειναν, μαζί με τους ελάχιστους που επέζησαν απ’ τα στρατόπεδα του θανάτου, θα προσπαθήσουν να οικοδομήσουν μια καινούργια ζωή από την αρχή.

ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΑ
Όπως είναι γνωστό, από τους 46.091 Εβραίους της προπολεμικής Θεσσαλονίκης που μεταφέρθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, γύρισαν μόνο 1.950, δηλαδή ένα ποσοστό 4% περίπου. Αρχικά, με την απελευθέρωση της πόλης από τους Ναζί, εμφανίστηκαν οι λίγοι Εβραίοι που εντάχθηκαν στην Αντίσταση ή κρύφτηκαν στην Ελλάδα. Συγκεντρώθηκαν στη συναγωγή Μοναστηριωτών, τη μόνη που διασώθηκε και εξέλεξαν μια διοικούσα επιτροπή που κατάφερε να πάρει ξανά τα ακίνητα της Κοινότητας και να οργανώσει μία υποτυπώδη έστω κοινοτική ζωή, με τη βοήθεια οργανισμών, όπως η JOINT και η HIAS. Από το Μάιο του 1945, άρχισαν να καταφθάνουν σταδιακά και όσοι διασώθηκαν από τα στρατόπεδα του θανάτου, που το μεγαλύτερο μέρος τους είχαν μείνει χωρίς οικογένειες και μέσα συντήρησης. Όσοι κατάφεραν να ξαναπάρουν τα σπίτια τους και τα μαγαζιά τους τα βρήκαν κενά, λεηλατημένα από τους Ναζί και τους συνεργάτες τους. Στεγάζονται σε κτίρια κοινοτικών ιδρυμάτων και σιτίζονται σε συσσίτια που οργανώνει η Κοινότητα. Οι πικρές αναμνήσεις κι η δύσκολη οικονομική κατάσταση στη μεταπολεμική Ελλάδα, αναγκάζει πολλούς από τους Εβραίους που επέζησαν, τη δεκαετία του ’50, να μεταναστεύσουν μαζικά, κυρίως στο Ισραήλ και στις ΗΠΑ. Παρ’ όλα αυτά, η μικρή πλέον Εβραϊκή κοινότητα αρχίζει να οργανώνεται και με το πέρασμα του χρόνου, η ζωή των Εβραίων της Θεσσαλονίκης παίρνει τον κανονικό της δρόμο. Καθώς οι Εβραίοι των άλλων κοινοτήτων μιλούσαν Ελληνικά, τα Ισπανοεβραϊκά, γλώσσα που μιλούσαν οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης, σχεδόν εγκαταλείφθηκαν από την καθομιλουμένη γλώσσα της Κοινότητας.

Η ΙΣΡΑΗΛΙΤΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΗΜΕΡΑ
Σήμερα, 60 και πλέον χρόνια μετά την ανεπανόρθωτη καταστροφή, η Ισραηλιτική Κοινότητα της Θεσσαλονίκης είναι ξανά μια ζωντανή πραγματικότητα. Οι προαιώνιοι ψαλμοί αντηχούν στις 3 συναγωγές που διατηρεί και οι θρησκευτικές λειτουργίες τελούνται καθημερινά και στις Μεγάλες Γιορτές. Υπάρχει ραβίνος, και για τις ανάγκες της Σεχιτά και του Μοελούθ καλείται θρησκευτικός λειτουργός από την Αθήνα. Τα καινούρια βλαστάρια της Κοινότητας ξεκινούν τη σχολική ζωή τους στο εβραϊκό νηπιαγωγείο και μετά φοιτούν στο άρτιο ιδιωτικό δημοτικό σχολείο, που διαθέτει η Κοινότητα από το 1979, η οποία διαθέτει και Εβραίους δασκάλους, που μετακαλούνται από το Ισραήλ ή Ελληνοεβραίους, που έχουν εκπαιδευτεί εκεί. Ακολουθεί η δευτεροβάθμια εκπαίδευσή τους σε ελληνικά σχολεία, υπάρχει όμως πρόνοια για εβραϊκή παιδεία που την χειρίζεται το Mercaz Hadracha με τη βοήθεια δασκάλων από το Ισραήλ. Ένας υπερσύγχρονος Οίκος ευγηρίας φιλοξενεί τους απόμαχους της ζωής, και υπάρχει ένα Κοινοτικό κέντρο για όλες τις ηλικίες, όπου διοργανώνονται εκδηλώσεις λόγου και τέχνης. Υπάρχουν δύο κέντρα νεολαίας και κέντρο Ισπανοεβραϊκής γλώσσας.
Η Κοινότητα οργανώνει κάθε καλοκαίρι παιδικές κατασκηνώσεις για την Ελληνική Εβραϊκή νεολαία, ενώ η φίλαθλη νεολαία έχει το σύλλογό της, τη Μακαμπί. Σε κεντρικό σημείο της πόλης υπάρχει το Μνημείο του Ολοκαυτώματος, που ανήγειρε η Ελληνική Πολιτεία, μετά από μακροχρόνιες προσπάθειες της Κοινότητας προς στις Αρχές. Το Εβραϊκό Μουσείο της πόλης αναγέρθηκε με την υποστήριξη του Οργανισμού Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης «Θεσσαλονίκη 1997». Το 1983, η Κοινότητα ανήγειρε στο Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ με δική της δαπάνη τον «Οίκο της Ελλάδος», έργο για το οποίο τιμήθηκε από την Ακαδημία Αθηνών με χρυσό μετάλλιο. Το 1986, τιμήθηκε και από τον Δήμο Θεσσαλονίκης, για τη διαρκή και πολύπλευρη προσφορά της στην οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ζωή της πόλης. Ο Δήμος αφιέρωσε μία πλατεία της πόλης στη μνήμη των θυμάτων του Ολοκαυτώματος.

ΔΙΟΙΚΗΣΗ
Η Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης είναι Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου. Υπάγεται στο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων. Λειτουργεί με βάση το Νόμο 2456/20 «περί Ισραηλιτικών Κοινοτήτων», το ιδρυτικό της Διάταγμα και το καταστατικό της, που επίσης εγκρίθηκε με Διάταγμα. Τελεί υπό τον έλεγχο του κράτους στο οποίο υποβάλλει προς έγκριση τον προϋπολογισμό και τον απολογισμό της. Ανώτατο όργανό της είναι η 20μελής Κοινοτική Συνέλευση, που εκλέγεται με καθολική ψηφοφορία κάθε 4 χρόνια. Η Συνέλευση εκλέγει, με μυστική ψηφοφορία, το 5μελές διοικητικό συμβούλιο που ασκεί την εκτελεστική εξουσία. Το διοικητικό συμβούλιο διορίζει διάφορες επιτροπές στις οποίες αναθέτει επιμέρους τομείς (νεκροταφείο, Συναγωγές, σχολείο, σχολική αρωγή, περίθαλψη, ιατρική περίθαλψη, διαχείριση, αξιοποίηση ακινήτων, κατασκηνώσεις, δημόσιες σχέσεις). Οι κοινοτικές υπηρεσίες καλύπτουν όλες τις δραστηριότητες και υλοποιούν τις αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου και των επιτροπών.

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Από το 1979, η Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης διατηρεί νηπιαγωγείο και εξατάξιο δημοτικό σχολείο, στο οποίο σήμερα φοιτούν περίπου 80 παιδιά. Το σχολείο στεγάζεται στο παραδοσιακό κτίριο της φιλανθρωπικής οργάνωσης Ματανόθ Λαεβιονίμ, όπου, μέχρι το ολοκαύτωμα, σιτίζονταν δωρεάν οι άποροι μαθητές των κοινοτικών σχολείων. Στο νηπιαγωγείο γίνονται δεκτά νήπια από την ηλικία των 3,5 ετών. Στο δημοτικό σχολείο, εκτός από το γενικό αναλυτικό πρόγραμμα, διδάσκονται η Εβραϊκή γλώσσα και η Εβραϊκή ιστορία, καθώς και η Αγγλική γλώσσα. Η αρωγή της Κοινότητας στην εκπαίδευση επεκτείνεται και στους μαθητές γυμνασίων και λυκείων και στους σπουδαστές ανωτέρων και ανωτάτων σχολών. Οι άποροι ενισχύονται με επιχορηγήσεις και δάνεια, ενώ στους άριστους φοιτητές απονέμονται υποτροφίες.

ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΣΕΙΣ
Από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, η Κοινότητα εγκαινίασε το θεσμό των θερινών παιδικών κατασκηνώσεων, των μοναδικών στην Ελλάδα, που λειτούργησαν αρχικά στις ακτές της Περαίας Θεσσαλονίκης, μεταφέρθηκαν στη συνέχεια στη Χαλκιδική και τα τελευταία χρόνια στην Πλάκα Λιτόχωρου, στους πρόποδες του Ολύμπου. Σήμερα οι κατασκηνώσεις φιλοξενούν 150-200 παιδιά, ηλικίας 7-15 ετών, που προέρχονται από όλες τις Εβραϊκές Κοινότητες της χώρας μας κι από το εξωτερικό.

ΚΕΝΤΡΟ ΝΕΟΛΑΙΑΣ
Στα πλαίσια των δραστηριοτήτων της Ισραηλινής Κοινότητας Θεσσαλονίκης, λειτουργεί ένα κέντρο νεολαίας που οργανώνει διάφορες ψυχαγωγικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις (χοροεσπερίδες, εκδρομές, συνέδρια-σεμινάρια, εκδηλώσεις λόγου και τέχνης).

ΣΥΛΛΟΓΟΙ - ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΖΩΗ
Στη Θεσσαλονίκη λειτουργούν:
α) Η εβραϊκή μορφωτική λέσχη «Η Αδελφότης», στο εντευκτήριο της οποίας οργανώνονται διάφορες εκδηλώσεις.
β) Οι οργανώσεις των κυριών, που ασκούν ευρύτατη κοινωνική και πολιτιστική δραστηριότητα.
γ) Ο αθλητικός σύλλογος «Μακαμπί», με τμήματα καλαθόσφαιρας κι επιτραπέζιας αντισφαίρισης.
δ) Ο σύνδεσμος «Ελλάς-Ισραήλ», που με διάφορες εκδηλώσεις συμβάλλει στην προσέγγιση ανάμεσα στους δύο λαούς.

ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ
Η Κοινότητα επιχορηγεί με χρηματικά βοηθήματα τα άπορα μέλη της και πρόσφατα έχει εγκαινιάσει μία σειρά μέτρων για την ενίσχυση των νέων ζευγαριών, με σκοπό την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος. Λειτουργεί επίσης ένα ταμείο δανείων προς τους επαγγελματίες και βιοτέχνες. Διατηρεί ιατρείο και παρέχει πλήρη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στα άπορα μέλη της.
Το Γηροκομείο Σαούλ Μοδιάνο ιδρύθηκε με δωρεά του Σαούλ Μοδιάνο, που καταγόταν από τη Θεσσαλονίκη και πέθανε το 1924 στην Τεργέστη. Εγκαινιάσθηκε το 1932 και στεγάστηκε σε ιδιόκτητο οίκημα, στην περιοχή Εξοχών. Σκοπός του ήταν η στέγαση, διατροφή και περίθαλψη των υπερηλίκων Εβραίων και των δύο φύλων. Το Γηροκομείο λειτούργησε αδιάκοπα μέχρι την περίοδο της κατοχής. Το 1943, οι τρόφιμοί του συμμεριζόμενοι τις τύχες και του υπόλοιπου εβραϊκού πληθυσμού της πόλης, εκτοπίστηκαν και εξοντώθηκαν στους θαλάμους αερίων του Άουσβιτς. Έτσι το γηροκομείο ανέστειλε τη λειτουργία του μέχρι το 1974. Τότε ακριβώς, η διοίκηση της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης, υπό την προεδρία του αείμνηστου Δαυίδ (Ντικ) Μπενβενίστε, συνέλαβε την ιδέα της αναβίωσης του ιδρύματος, γιατί όχι μονάχα στη Θεσσαλονίκη, αλλά και σε ολόκληρη την Ελλάδα, η δημιουργία ενός ασύλου γερόντων είχε καταστεί απαραίτητη. Επειδή οι κτιριακές εγκαταστάσεις του Γηροκομείου είχαν κατεδαφιστεί, η Κοινότητα ανέλαβε το έργο της ανέγερσης νέου κτιρίου που θα πληρούσε τις πλέον σύγχρονες προδιαγραφές. Οι εργασίες ανέγερσης και εξοπλισμού ολοκληρώθηκαν το 1981 και από τότε το ίδρυμα άρχισε να λειτουργεί ξανά. Στο Γηροκομείο γίνονται δεκτοί άνδρες και γυναίκες, μέλη των Εβραϊκών Κοινοτήτων της Ελλάδας, που έχουν υπερβεί το 65ο έτος. Στεγάζεται σ’ ένα εξαώροφο κτίριο και ο κάθε όροφος περιλαμβάνει επτά μονόκλινα και δύο δίκλινα δωμάτια κι ένα σαλόνι. Στο ισόγειο λειτουργεί Συναγωγή, τραπεζαρία κι ένας μεγάλος χώρος υποδοχής. Το ίδρυμα απασχολεί το αναγκαίο διοικητικό, υγειονομικό και βοηθητικό προσωπικό. Ο γιατρός της Κοινότητας επισκέπτεται το ίδρυμα και εξετάζει τους οικότροφους μία φορά την εβδομάδα. Επίσης μια φορά την εβδομάδα ειδική δασκάλα κάνει εργασιοθεραπεία. Στο Γηροκομείο τελούνται με επισημότητα όλες οι Εβραϊκές γιορτές, συχνά με τη συμμετοχή των κυριών της Κοινότητας και των μαθητών του σχολείου. Έτσι, στα λίγα χρόνια της επαναλειτουργίας του και χάρη στην αμέριστη και πολύπλευρη συμπαράσταση της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης, το γηροκομείο Σαούλ Μοδιάνο καθιερώθηκε σαν ένα πραγματικό «σπίτι των γονέων μας», σαν ένα φιλόστοργο άσυλο, όπου οι ομόθρησκοι υπερήλικες ζουν μέσα σ’ ένα ευχάριστο, αξιοπρεπές και άνετο περιβάλλον και κυρίως ανάμεσα σε ανθρώπους που τους αγκαλιάζουν με αγάπη και ενδιαφέρον.

ΤΟ ΝΕΟ ΕΒΡΑΪΚΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ
Είναι γνωστό ότι οι Ναζί κατέστρεψαν το αρχαίο εβραϊκό νεκροταφείο της πόλης, που καταλάμβανε έκταση 300.000 τμ. περίπου, στο χώρο της σημερινής Πανεπιστημιούπολης. Τα ταφικά μνημεία λεηλατήθηκαν και διασκορπίστηκαν σ’ ολόκληρη την πόλη. Μετά την απελευθέρωση, η Κοινότητα χρησιμοποιεί το νέο νεκροταφείο της στην περιοχή της Σταυρούπολης, το οποίο της παραχωρήθηκε το 1938. Εκεί μεταφέρθηκαν κάποια μάρμαρα του παλιού νεκροταφείου που διασώθηκαν κι εκεί έχει ανεγερθεί Μνημείο των θυμάτων του Ολοκαυτώματος.

ΣΥΝΑΓΩΓΕΣ
Η Συναγωγή Μοναστηριωτών ιδρύθηκε με δωρεά της Ίντας Αροέστη και αφιερώθηκε στη μνήμη του συζύγου της Ισαάκ. Στην ανέγερσή της συνέβαλαν με δωρεές και οικογένειες που κατάγονταν από το Μοναστήρι της FYROM και είχαν εγκατασταθεί στη Θεσσαλονίκη μετά τους Βαλκανικούς πολέμους (1912-13) και τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο (1914-18). Η θεμελίωση της Συναγωγής έγινε το 1925. Οι εργασίες για την ανοικοδόμησή της κράτησαν δύο χρόνια. Τα εγκαίνιά της έγιναν στις 27 Ελούλ 5687 (1927), από τον τότε τοποτηρητή της Αρχιραβινείας Θεσσαλονίκης, Χάιμ Ραφαέλ Χαμπίμπ. Κατά τη διάρκεια της Ναζιστικής Κατοχής, η Συναγωγή αυτή ήταν το επίκεντρο του γκέτο που δημιουργήθηκε στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Όταν το σύνολο του εβραϊκού πληθυσμού εκτοπίστηκε στα στρατόπεδα του θανάτου, η Συναγωγή χρησιμοποιήθηκε από τον Ερυθρό Σταυρό, σαν αποθήκη. Γι’ αυτό και δεν καταστράφηκε από τους Ναζί και διατηρήθηκε σε σχετικά καλή κατάσταση. Αμέσως μετά την απελευθέρωση, το Νοέμβριο του 1944, κατέφυγαν σ’ αυτήν οι ελάχιστοι Εβραίοι που είχαν διασωθεί από φιλικές χριστιανικές οικογένειες ή είχαν ενταχτεί στην Εθνική Αντίσταση. Εκεί συγκάλεσαν συνέλευση, εξέλεξαν το πρώτο, μετά την κατοχή, διοικητικό συμβούλιο και προχώρησαν στην οργάνωση μιας υποτυπώδους κοινοτικής ζωής. Αργότερα, με την επιστροφή και των ελαχίστων Εβραίων που επέζησαν από τα στρατόπεδα του θανάτου και την πλήρη επανασύσταση της Κοινότητας, η Συναγωγή Μοναστηριωτών έγινε η κεντρική Συναγωγή της Θεσσαλονίκης. Τον Ιούνιο του 1978, η Συναγωγή υπέστη σοβαρές καταστροφές από το μεγάλο σεισμό που έπληξε τη Θεσσαλονίκη και η λειτουργία της σταμάτησε μέχρι να ολοκληρωθούν οι λεπτές επεμβάσεις της αναστήλωσής της. Σήμερα συνεχίζει τη λειτουργία της, εξυπηρετώντας τις θρησκευτικές ανάγκες του Εβραϊσμού της Θεσσαλονίκης.


Η Συναγωγή Γιαντ Λεζικαρόν εγκαινιάσθηκε το 1984 και είναι αφιερωμένη στη μνήμη των θυμάτων του Ολοκαυτώματος. Χτίστηκε στη θέση του μικρού ευκτήριου οίκου Μπουρλά, γνωστού ως Καάλ ντε λα Πλάσα (Συναγωγή της Αγοράς), που λειτουργούσε από το 1921, για την εξυπηρέτηση των λατρευτικών αναγκών των πολυάριθμων Εβραίων που εργάζονταν στην παρακείμενη αγορά.

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ
1) Κέντρο Ιστορικής Διαδρομής Εβραϊσμού Θεσσαλονίκης: Εγκαινιάστηκε το 1985, στα πλαίσια των εκδηλώσεων για τα 2.300 χρόνια της πόλης της Θεσσαλονίκης. Περιλαμβάνει μόνιμη έκθεση φωτογραφιών με θέματα από την ιστορία των Εβραίων της Θεσσαλονίκης (παραδοσιακές ενδυμασίες, Συναγωγές, εβραϊκός τύπος, παραδοσιακά σπίτια και φιλανθρωπικά ιδρύματα, συνοικισμοί, ολοκαύτωμα).

2) Μουσείο Εβραϊκής Παρουσίας στη Θεσσαλονίκη: Περιλαμβάνει επίσης μουσείο και εξειδικευμένη βιβλιοθήκη με μελέτες για την ιστορία και τη λαογραφία των Εβραίων της Θεσσαλονίκης. Λειτουργεί από το 1997, στα πλαίσια των εκδηλώσεων της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας.

ΕΚΔΟΣΕΙΣ
Η Κοινότητα έχει χρηματοδοτήσει, τα τελευταία χρόνια, μια σειρά εκδόσεων που αναφέρονται στην ιστορία της και στην παράδοσή της. Οι εκδόσεις αυτές είναι:
1) «Αγκαδά σελ Πέσσαχ», με την επιμέλεια του Μπαρούχ Σιμπή. Είναι τρίγλωσση, ελληνική, εβραϊκή και ισπανοεβραϊκή με χαρακτήρες λατινικούς και Ρασί. Το βιβλίο αυτό γνώρισε παγκόσμια αναγνώριση, γιατί πρόκειται για πραγματικό έργο τέχνης.
2) «IN MEMORIAM», των Μ. Μόλχο και Ι. Νεχαμά: Πρόκειται για την ιστορία του Ολοκαυτώματος των Εβραίων της Ελλάδας από τους Ναζί. Το έργο αυτό, γραμμένο στη γαλλική γλώσσα, κυκλοφόρησε σε πρώτη έκδοση τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια και είχε από καιρό εξαντληθεί. Η Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης ανέλαβε την επανέκδοση στη γαλλική γλώσσα του πρωτοτύπου και ταυτόχρονα προέβη και στην ελληνική του μετάφραση, από τον Γιώργο Ζωγραφάκη.
3) «Ιστορία των Εβραίων της Θεσσαλονίκης», του Ι. Νεχαμά. Η Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης ανέλαβε την επανέκδοση των πέντε πρώτων τόμων, που είχαν κυκλοφορήσει, όταν ο συγγραφέας ζούσε, αλλά είχαν από καιρό εξαντληθεί. Ανέλαβε επίσης την πρώτη έκδοση των δύο τελευταίων τόμων του μνημειώδους αυτού έργου. Σύντομα πρόκειται να εκδοθεί και η ελληνική του μετάφραση.
Άλλες εκδόσεις που χρηματοδοτήθηκαν ή ενισχύθηκαν από την Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης είναι: «BIRKENAU», αναμνήσεις του Θεσσαλονικιού γιατρού Α. Μενασέ, από τα στρατόπεδα του θανάτου, «Οι συναγωγές της Θεσσαλονίκης», του Αλμπέρτου Ναρ, «Οι παροιμίες των Εβραίων Σεφαραδίμ της Ελλάδας», από τον Γιώργο Ζωγραφάκη, οι μεταφράσεις των Ψαλμών και του προσευχολογίου της ημέρας του Εξιλασμού (Γιομ Κιππούρ), από τον Ασσέρ Μωυσή, η ειδική έκδοση του περιοδικού «Χρονικά», για τα 2.300 χρόνια της Θεσσαλονίκης κ.α.

Ο ΟΙΚΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Η Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης επιθυμώντας να ενθαρρύνει την έρευνα και τη μελέτη της αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας και να συμβάλλει στη περαιτέρω σύσφιγξη των δεσμών ανάμεσα στους λαούς της Ελλάδας και του Ισραήλ, ανέλαβε την ανέγερση πτέρυγας μέσα στο κτιριακό συγκρότημα του Πανεπιστημίου της Ιερουσαλήμ. Η πτέρυγα αυτή ονομάστηκε «Οίκος της Ελλάδας», εγκαινιάστηκε στις 14 Μαρτίου 1984, με την παρουσία κορυφαίων προσωπικοτήτων του πολιτικού και του πνευματικού κόσμου, όπως ο αείμνηστος Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Τσάτσος και ο αείμνηστος καθηγητής Μανόλης Ανδρόνικος και αφιερώθηκε στη μνήμη των Ελληνοεβραίων σπουδαστών που αφανίστηκαν στο ολοκαύτωμα.

ΤΑ ΝΕΟΤΕΡΑ ΕΒΡΑΪΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Ανάμεσα στα ελάχιστα νεότερα μνημεία της πόλης, που διασώθηκαν μέχρι σήμερα, ξεχωρίζουν και ορισμένα κτίρια που ανήκαν σε εβραϊκές οικογένειες ή στέγαζαν κοινοτικά ιδρύματα. Τα σπουδαιότερα από αυτά είναι:

Βίλλα Αλλατίνι (Β. Όλγας 198)
Έργο του Ιταλού αρχιτέκτονα Βιταλιάνο Ποζέλι. Χτίστηκε το 1888, σαν εξοχική κατοικία της οικογένειας Αλλατίνι, ονομαστή για τις επιχειρηματικές, αλλά και για τις κοινωνικές της δραστηριότητες. Από το 1909 μέχρι το 1912 χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία και φυλακή του σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ του Β', που εκθρονίστηκε από τους Νεότουρκους. Το 1926 στέγασε το νεοϊδρυθέν τότε Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, ενώ στον πόλεμο του ’40-41 χρησιμοποιήθηκε σαν νοσοκομείο. Σήμερα στη βίλλα Αλλατίνι, εδρεύει ο Νομάρχης Θεσσαλονίκης και μέρος των υπηρεσιών της Νομαρχίας.

Άλλα μνημειώδη κτίρια που ανήκαν στους Αλλατίνι και σώζονται, αλλά και λειτουργούν μέχρι σήμερα είναι, οι μύλοι στην οδό Ανθέων και η Τράπεζά τους στην πλατεία Χρηματιστηρίου, η σημερινή Στοά Μαλακοπής.

Βίλλα Φερνάντες ή Κάζα Μπιάνκα (Β. Όλγας-Θ. Σοφούλη)
Έργο του αρχιτέκτονα Πιέρο Αριγκόνι. Χτίστηκε το 1910, ως κατοικία του Εβραίου επιχειρηματία Ντίνο Φερνάντες και συνδέθηκε με τη ρομαντική ιστορία του ειδυλλίου της κόρης του Αλίν και του ανθυπολοχαγού Αλιμπέρτη.

Βίλλα Μορδόχ (Β. Όλγας 162)
Έργο του αρχιτέκτονα Ξενοφώντα Παιονίδη. Χτίστηκε το 1905, σαν κατοικία του Τούρκου μεράρχου Σεϊφουλάχ Πασά. Το 1923 αγοράστηκε από την εβραϊκή οικογένεια Σιαλώμ και το 1930 από την επίσης εβραϊκή οικογένεια Μορδόχ. Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο στέγασε διαδοχικά υπηρεσίες του ΕΛΑΣ, του Γ' Σώματος Στρατού και του ΙΚΑ. Σήμερα στεγάζει την Πινακοθήκη του Δήμου Θεσσαλονίκης.

Βίλλα Ιακώβ Μοδιάνο (Β. Όλγας 68)
Χτίστηκε το 1906, σαν κατοικία του Ιακώβ Μοδιάνο, σε σχέδια του μηχανικού Ελί Μοδιάνο. Το 1913 η βίλλα αγοράστηκε από τον Δήμο Θεσσαλονίκης και δόθηκε για ανάκτορο στο βασιλιά Κωνσταντίνο. Χρησιμοποιήθηκε την περίοδο του μεσοπολέμου, για κατοικία του εκάστοτε Γενικού Διοικητή Μακεδονίας κι αργότερα στέγασε τη Στρατιωτική Ιατρική σχολή. Από το 1970 στεγάζει το Λαογραφικό Μουσείο.

Ο επισκέπτης που ενδιαφέρεται για χώρους που συνδέθηκαν με την Εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης, μπορεί επίσης να επισκεφθεί: τη γραφική Αγορά Μοδιάνο, τη Στοά Σαούλ, το Ιπποκράτειο Νοσοκομείο, χτισμένο το 1907 από την Ισραηλιτική Κοινότητα με τη συνδρομή της Βαρόνης Κλάρας ντε Χιρς και τέλος το Γενί Τζαμί (πρώην αρχαιολογικό μουσείο) χτισμένο το 1902, από τους ντονμέδες, πρώην Εβραίους, που από τον 17ο αιώνα ασπάστηκαν τον Ισλαμισμό.

Αγορά Μοδιάνο
 
Η Στοά Σαούλ
 
Το Ιπποκράτειο Νοσοκομείο (Πρώην Νοσοκομείο Χιρς)
 
Το Γενί τζαμί (Πρώην Αρχαιολογικό Μουσείο)
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Παρά την τραγική δοκιμασία του, ο Εβραϊσμός της Θεσσαλονίκης κατάφερε να αναγεννηθεί από την τέφρα του, προσφέροντας ένα απτό παράδειγμα ζωτικότητας και πνευματικής δύναμης. Η Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης, σήμερα, πασχίζει να εξασφαλίσει στα μέλη της όλα τα μέσα για να ενισχύσει τις εμπειρίες τους στον εβραϊκό τρόπο ζωής. Ακολουθεί τα βήματα των προγόνων της και ελπίζει κάποια μέρα να γίνει ένα νέο κέντρο Ιουδαϊσμού, μια νέα «Ir vaEm beIsrael».

Βιβλιογραφία:
1. Encyclopedia Judaica, Keter Publishing House, Λήμμα - Salonica.
2. Γιοζέφ Νεχαμά, Ιστορία των Ισραηλιτών της Σαλονίκης, 3 τόμοι, Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης, University Studio Press.
3. Μιχαέλ Μόλχο, In Memoriam, Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης.
4. Saloniki Ir vaEm beIsrael, (στα Εβραϊκά) HaMachon leCheker Yahadut Saloniki.
5. Γιομτώβ Γιακοέλ, Απομνημονεύματα 1941-1943, Ετς ΑΧαίμ Παρατηρητής.
6. Ιακώβ Μπενμαγιόρ, «Οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης».