29/8/09

Το Άσμα Ασμάτων

Τι, όμορφη που είσαι αγαπημένη μου, τι, όμορφη που είσαι!
Περιστέρια τα μάτια σου μέσα από το πέπλο σου,
ωσάν κοπάδι ερίφια τα μαλλιά σου...
Τα δυο σου στήθια είναι σαν δυο νεογέννητα δίδυμα της ζαρκάδας,
που βόσκουνε στα κρίνα ανάμεσα...
Πιότερο αξίζει ο έρωτάς σου απ’ το κρασί,
κι η ευωδιά των μύρων σου απ’ τα αρώματα όλα!
Καθάριο μέλι στάζουνε τα χείλη σου, καλή μου,
μέλι και γάλα βρίσκονται στη γλώσσα σου από κάτω,
κι είναι της φορεσιάς σου η οσμή σαν μύρο του Λιβάνου. (Μετάφραση της Ελληνικής Βιβλικής Εταιρείας)



Τέτοιου είδους στίχοι έχουν γοητεύσει, αλλά και - όχι σπάνια - έχουν σκανδαλίσει πολλούς θρησκευόμενους αναγνώστες του ιερού αυτού Άσματος - αυτού του κειμένου, που περιέχει ίσως την πιο σαγηνευτική ερωτική ποίηση όλων των αιώνων.
Όποιος διαβάζει, ή καλύτερα εντρυφά σ’ αυτόν το μυρωμένο κήπο, τον παράδεισο ροδιών, νάρδων, κρόκων και σμύρνας, νιώθει τον όλβιο λειμώνα του Άσματος να εισέρχεται και να διαποτίζει κάθε ίνα της ύπαρξής του. Και αισθάνεται τα ευωδιαστά ιμάτια της ερωτευμένης ψυχής να αποπνέουν το άρωμα των ρόδων του Σαρών.
Είναι όμως το Άσμα Ασμάτων απλά και μόνο ένα ερωτικό άσμα έστω δύο ισχυρά ερωτευμένων προσώπων; Ή μήπως πίσω από τα ρίγη του ένθεου ερωτικού στίχου κρύβεται κάτι περισσότερο και βαθύτερο;
Γιατί, δεν πρέπει κανείς να λησμονεί, ότι το Άσμα Ασμάτων (εβραϊκά Σιρ Χασιρίμ) είναι το πρώτο βιβλίο από τα πέντε Μεγιλλόθ, τα βιβλία δηλαδή που διάβαζαν οι Ισραηλίτες στη διάρκεια μεγάλων εορτών, κατά τη θεία λειτουργία.

Από τα παλιά χρόνια, το έργο τούτο έχει προκαλέσει ένα πλήθος από σχόλια και ερμηνείες για τη φιλολογική του μορφή και τη σημασία του. Θεωρείται δε, ως ένα απ’ τα πιο δύσκολα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης (Σ. Αγουρίδης).
Μερικοί ερμηνευτές υποστήριξαν ότι το έργο έχει δραματική μορφή - «επιθαλάμιο ωδή δραματικώς πεπλεγμένη», το χαρακτήρισε εκκλησιαστικός συγγραφέας. Άλλοι, ότι δεν είναι ενιαίο έργο, αλλά μια ανθολογία και συλλογή ερωτικών «επιθαλαμίων ασμάτων». Άλλοι, πάλι, ότι πρόκειται για μια συλλογή από γαμήλια συριακά άσματα (E. Renan, U. Cassuto κ.α.) ή ότι είναι άσματα βαβυλωνιακής προέλευσης που έχουν σχέση με το λειτουργικό της λατρείας της Αστάρτης και του Θαμμούζ (T.J. Mark). Και μερικοί, ότι είναι έργο επηρεασμένο από το ελληνιστικό πνεύμα.
Οι απόψεις όμως αυτές έχουν εγκαταλειφθεί λίγο - πολύ από τους περισσότερους ερευνητές, και σήμερα οι λόγιοι γενικά δέχονται ότι το Άσμα Ασμάτων είναι ένα ενιαίο λυρικό ειδυλλιακό ποίημα, έξοχης ωραιότητας, χωρίς ν’ απουσιάζει απ’ αυτό το δραματικό στοιχείο, όπως ο διάλογος και η σχετική δραματική κίνηση. Πράγματι θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα μπουκέτο λυρικοδραματικής τέχνης - όπως σωστά το ονόμασε ο F. Godet-, που θυμίζει τη λεγόμενη βουκολική ποίηση κατά τον τύπο των έργων του Θεόκριτου.
Δημιουργός του εξαίσιου αυτού άσματος, σύμφωνα με το κεφάλαιο 1:1, θεωρείται ο βασιλιάς Σολομών. Ο τίτλος «Άσμα Ασμάτων ο εστί τω Σολομώντι», θα μπορούσε βέβαια να σημαίνει, ότι το άσμα είναι γραμμένο από τον Σολομώντα, αλλά και ότι είναι γραμμένο γι’ αυτόν. Η σύγχρονη ιστορικοφιλολογική κριτική, στηριζόμενη κυρίως σε λόγους γλωσσικούς, θεωρεί ότι το έργο δεν προέρχεται απ’ τη σολομώντεια πένα. Πιστεύει ότι γράφηκε αργότερα, ανάμεσα στον 5ο και 3ο π.Χ. αιώνα. Ορθότερη όμως πρέπει να θεωρηθεί η άποψη ότι το έργο έχει σολομώντεια προέλευση, και αργότερα προσέλαβε την τελική οριστική του μορφή - γνώμη που ασπάζονται συντηρητικοί ερευνητές ( M.F. Unger, E.J. Young, J. Davis κ.α.).
Δύο επιχειρήματα έρχονται να βαρύνουν στην πλάστιγγα για μια αρχαϊκή «σολομώντεια προέλευση» του έργου. Τα ερωτευμένα πρόσωπα στο «Άσμα» αναφέρονται ως αδελφός και αδελφή (αδελφιδός, αδελφή, Ο’), εκφράσεις πολύ οικείες και συνήθεις στην αρχαία αιγυπτιακή ερωτική ποίηση που χρονολογείται πριν από την εποχή του Σολομώντα (1300-1000 π.Χ.). Ο Σολομών, όπως είναι γνωστό, διατηρούσε ο ίδιος επαφές με την Αίγυπτο, εισήγαγε δε άλογα απ’ αυτήν και είχε Αιγύπτια σύζυγο. Μάλιστα, η Σουλαμίτιδα παρομοιάζεται με τους «ίππους των αμαξών του Φαραώ» (1:9), όπως γίνεται και σε ανάλογο στίχο ερωτικού ποιήματος της αρχαίας Αιγύπτου.[1]
Ακριβώς αυτά τα «αιγυπτιακά στοιχεία» του Άσματος ο F. Theberger θεωρεί σαν μια σοβαρή ένδειξη της σολομώντειας προέλευσης, ενώ οι γλωσσικοί τύποι που προέρχονται φανερά από μια μετέπειτα εποχή θα πρέπει να παρεισέφρησαν στην πορεία της επεξεργασίας του κειμένου.[2] Κοντά σ’ αυτά, θα πρέπει να προσθέσουμε και ένα τρίτο. Τόσο στην ερωτική ποίηση των Αιγυπτίων, όσο και στο Άσμα Ασμάτων, φαίνεται πρωταγωνιστικό ρόλο να παίζει η γυναικεία μορφή και δευτερεύοντα ρόλο η ανδρική φωνή που ανταποκρίνεται στο γυναικείο έρωτα.
Εξάλλου, στο έργο εμφανίζονται τα ίδια πρόσωπα, οι ίδιες εικόνες, το ίδιο τοπικό χρώμα, η ίδια γλωσσική ομοιογένεια και αποκαλύπτεται μια καταπληκτική γνώση της χλωρίδας και πανίδας του περιβάλλοντος παλαιστινιακού κόσμου.[3] Ο Σολομών, γιος ποιητικής μεγαλοφυΐας, του υμνοσυνθέτη Δαβίδ, ήταν γνωστός για τις ευρύτατες φυσιογνωστικές του γνώσεις (Α' Βασιλέων 4:33). Ο ίδιος συνέθεσε 1.005 ωδές. Έτσι, ο τίτλος «Άσμα Ασμάτων», όπως και οι εκφράσεις «Άγια των Αγίων», «Βασιλεύς βασιλέων», «Ματαιότης ματαιοτήτων» κλπ., σημαίνει στην εβραϊκή γλώσσα το κατ’ εξοχήν άσμα, σε σχέση με άλλα άσματα.
Το όλο έργο αποτελείται από 6 επιμέρους άσματα. Θα μπορούσε όμως να διαιρεθεί σε δύο βασικά μέρη. Στο πρώτο (1:2-5:1) περιγράφεται η βαθμιαία γένεση της αγάπης, στο δεύτερο (5:2-8:14) η ωρίμανση και η τελείωσή της.
Το άσμα παρουσιάζεται με μια σειρά συνομιλιών. Οι χαρακτήρες που παίρνουν μέρος - κατά την επικρατέστερη εκδοχή - είναι η κόρη Σουλαμίτιδα, ένας ποιμένας (ο αγαπημένος της), οι αδελφοί της κόρης, οι κυρίες και γυναίκες της Αυλής της Ιερουσαλήμ και ο βασιλιάς Σολομών. Με την προϋπόθεση ότι οι κύριοι χαρακτήρες του άσματος είναι τρεις (ποιμένας, Σουλαμίτιδα και Σολομών) και όχι δύο (Σολομών - Σουλαμίτιδα), όπως δέχονται άλλοι ερμηνευτές, η υπόθεση του άσματος έχει ως εξής:
Σε κάποια περιοδεία του, ο βασιλιάς Σολομών συναντάει την απλή αλλά εκπάγλου καλλονής αγροτοπούλα Σουλαμίτιδα και την παίρνει μαζί του στα ανάκτορα. Προσπαθεί με θαυμασμούς, κολακείες, δώρα και υποσχέσεις να κερδίσει τον έρωτά της και να την πείσει μνα μείνει μαζί του στο χαρέμι του. Αλλά μάταια. Η Σουλαμίτιδα, ήδη «τετρωμένη αγάπης», μένει πιστή στον αγαπημένο της ποιμένα, και, τελικά, επιστρέφει στον τόπο της. Συναντά τον «αδελφιδό» της και με θερμά λόγια οι δύο εραστές ενισχύουν τη σταθερότητα του δεσμού τους, υμνώντας την υπεροχή της αγνής αγάπης, που δεν μπορεί να εξαγοραστεί με τίποτα.
Από τις πρώτες ερμηνείες που προτάθηκαν για τη σημασία του άσματος, επικρατέστερες θεωρήθηκαν η φυσική, η αλληγορική και η τυπική ερμηνεία. Σύμφωνα με τη «φυσική» ή ιστορικοφιλολογική ερμηνεία, το Άσμα Ασμάτων είναι μια ερωτική ιστορία με δραματική μορφή, ή ένα ερωτικό άσμα που εξυμνεί την ιερότητα του αγνού ανθρώπινου έρωτα, της αγάπης που είναι «κραταιά ως ο θάνατος». Ή ένα γαμήλιο τραγούδι που βλάστησε ανάμεσα σ’ έναν ποιμενικό λαό. Μια άποψη που υποστήριξε ο ραβίνος Ιμπν Έσδρα (1ος μ.Χ. αιώνας) και ο Θεόδωρος Μοψουεστίας, αλλά η άποψή του καταδικάστηκε ως αιρετική (553 μ.Χ.). Η άποψη αυτή, όμως, όσο αληθοφανής κι αν είναι, δεν μπορεί να εξηγήσει ικανοποιητικά γιατί οι Ιουδαίοι το διάβαζαν δημόσια στη λειτουργία, στη συναγωγή και στη γιορτή του Πάσχα, και γιατί συμπεριλήφθηκε στον κανόνα της Παλαιάς Διαθήκης ένα τέτοιο ποιητικό βιβλίο.
Έτσι, ορθότερη φαίνεται η άποψη ότι το Άσμα έχει συμβολική και αλληγορική σημασία, όπου ο ποιμένας συμβολίζει τον Γιαχβέ και η αγαπημένη του Σουλαμίτιδα το λαό Ισραήλ. Είναι γνωστό ότι στις σελίδες της Παλαιάς Διαθήκης εμφανίζεται αλληγορικά σαν αγαπητική ή συζυγική σχέση η σχέση του Θεού με το λαό Ισραήλ (Ωσηέ 2:18-22. Ησαΐας 5:7, Ιερεμίας 3:1-10 κλπ.). Ο ρεαλισμός του ποιήματος είναι σκόπιμος και οι λεπτομέρειες, χωρίς να έχουν κάποια ειδική σημασία, χρησιμεύουν για να συμπληρώσουν την εικόνα της αγάπης του Θεού και του Ισραήλ. Αυτό συμβαίνει γιατί η ανατολίτικη ψυχή έχει μια φυσική ροπή στις αλληγορικές παραστάσεις. Η ινδική θρησκευτική φιλολογία, λ.χ., είναι γεμάτη με τέτοιες ρεαλιστικές αλλά αλληγορικές εικόνες, όπως αυτές του θεού Κρίσνα «που γοητεύει τις γυναίκες» (Ινδικό άσμα Γκίτα-Γκοβίντα).
Κατ’ επέκταση, υποστηρίχθηκε από τους σχολιαστές και η «τυπική ερμηνεία», σύμφωνα με την οποία το άσμα είναι πράγματι ένας ερωτικός ύμνος ανάμεσα σε μια πραγματική ερωτική σχέση, αλλά η σχέση αυτή συμβολίζει τη σχέση Εκκλησίας και Χριστού. Ο ποιμένας συμβολίζει τον Ουράνιο νυμφίο Χριστό και η αγαπημένη κόρη τον Ισραήλ κατά το πνεύμα (Εκκλησία), η οποία τυπικά προσκιάσθηκε στην αγάπη του Γιαχβέ και Ισραήλ, όπως μάλιστα παρουσιάζεται το θέμα στις επιστολές του Απόστολου Παύλου (παράβλεπε Β' Κορινθίους 11:2).
Μια τέτοια κατανόηση μπορεί να καταδείξει ότι το Άσμα, που τυπικά αναφέρεται στο θεοτικό έρωτα της «καλής εν γυναιξί» Σουλαμίτιδας με τον αδελφιδό της-ποιμένα, παρά τα άφθονα ερωτικά στοιχεία που περιέχει, δεν είναι ηδονόφιλο - όπως χαρακτηρίστηκε -, ούτε στοχεύει σε έντονα αισθησιακά στοιχεία. Συνεπώς, δεν αποτελεί αίνιγμα, ή άλυτο πρόβλημα, η παρουσία του μέσα στον Κανόνα της Παλαιάς Διαθήκης. Γιατί, πέρα απ’ την αλληγορία του αυτή καθ’ εαυτή, δίνει έμφαση στην καθαρότητα και αγνότητα ενός μόνιμου δεσμού δύο αγαπημένων προσώπων, δηλαδή στην αξία της πιστότητας των συντρόφων (E.J. Young), πράγμα που δεν απουσιάζει από τις σελίδες της Παλαιάς Διαθήκης.[4]

Ανεξάρτητα πάντως από τις διάφορες ερμηνείες για τη σημασία του έργου, γεγονός παραμένει ότι το Άσμα Ασμάτων είναι μεγάλη ποιητική δημιουργία. Δεν υπάρχει λογοτέχνης που να μη ζήλεψε τις θαυμάσιες ποιητικές του εκφράσεις, την εικονοπλασία και τον πλουσιότατο γνήσιο λυρισμό του. Ανέκαθεν θαυμάστηκε για τη λυρική του στίλβη και ένταση, τη γεύση του, το ζωηρό παλλόμενο αίσθημα, τον υποβλητικό ιριδίζοντα φωτισμό, την ευγένεια της έκφρασης και τη λαμπρότητα και χάρη των ποιητικών του εικόνων που είναι παρμένες από τη φυτική και ζωική ζωή, κυρίως της Παλαιστίνης. Θαυμάσια είναι επίσης και τα «Ουάσφ», οι περιγραφές δηλαδή της σωματικής καλλονής των δύο αγαπημένων προσώπων, φαινόμενο γνωστό στην αρχαία ανατολική ποίηση της Εγγύς Ανατολής, αλλά και της μεταγενέστερης αραβικής ποίησης. Να μερικοί ωραιότατοι στίχοι:

Η ΝΥΦΗ
Είναι μια θήκη μύρο ο αγαπημένος μου για μένα,
στον κόρφο μου που ξαποσταίνει...
Το κεφάλι του είναι λαγαρό χρυσάφι
βάγια οι βόστρυχοί του
μαύρο σαν κοράκι...
Τα μάγουλά του είναι βραγιές μυριστικά
θήκες αρωμάτων.
Τα χείλη του είναι κρίνα
και σταλάζουν σμύρνα...
Η όψη του είναι σαν το λίβανο,
διαλεχτή σαν τον κέδρο.
Τα λόγια του είναι γλυκασμός
κι ολόκληρος είναι επιθυμία.
(μετάφραση Γ. Σεφέρη)

Ολόκληρο το έργο πάλλεται από τη φλόγα ενός ένθεου, ακατάλυτου, απόλυτου έρωτα, στην πιο αθώα και γνησιότερη έκφρασή του.

Σφραγίδα απίθωσέ με στην καρδιά σου
και βούλα σου στο μπράτσο το δεξί.
Τι ατράνταχτη η αγάπη σαν το θάνατο...
Η λαύρα της σαν αναμμένο κάρβουνο.
Σαν φλόγες του Γιαχβέ που κατακαίνε.
[5] (μετάφραση Γιόσεφ Ελιγιά)

Το έργο παρουσιάζει τα χαρακτηριστικά σημεία του «παραλληλισμού των μελών» που υπάρχει συχνά στην εβραϊκή ποίηση, καθώς και το χιασμό, την ομοιοφωνία, την επανάληψη, την παρομοίωση και άλλα ωραιότατα και ευρηματικά σχήματα λόγου.
Μερικά από τα ερωτικά άσματα των αρχαίων Σουμερίων, Βαβυλωνίων και ιδίως Αιγυπτίων, που ανακαλύφθηκαν σε διάφορα αρχαία κείμενα, παρουσιάζουν αρκετή ομοιότητα σε εκφράσεις και υπαινιγμούς με το Άσμα Ασμάτων. Αλλά κατά γενική ομολογία το Άσμα Ασμάτων είναι πολύ ανώτερο απ’ αυτά, από κάθε άποψη. Ιδιαίτερα παράλληλα, σε γλωσσική έκφραση και στη δομή, έχουν επισημανθεί μεταξύ του Άσματος και ενός σουμεριακού κειμένου που φέρει τον τίτλο «Το άγγελμα του Λουνπιγκίρα στη μητέρα του».
Ένα άλλο αρχαιότατο ερωτικό ποίημα από τη Μεσοποταμία διακρίνεται σ’ ορισμένα σημεία για την ελευθεροστομία του, αλλά παρουσιάζει ενδιαφέρον για την ομοιότητα στη δομή και στο ύψος με μερικά κομμάτια του Άσματος Ασμάτων, όπως π.χ.:

«Αδελφέ, που ζεις στις παρυφές της πόλης,
κακή μοίρα σου έχει οριστεί.
Ξένε, που κανείς δε σου ‘δωσε το χέρι,
Κακή μοίρα σου έχει οριστεί.
..................
Αγαπημένε μου, άντρα της καρδιάς μου,
κακή μοίρα σου φέρνω,
Αδελφέ μου με την ωραία όψη

...................
το αριστερό σου (χέρι) άπλωσες στην κεφαλή μου.
Έφερες το στόμα σου στο στόμα μου.
Κράτησες τα χείλη μου στην κεφαλή σου
...»

Το Άσμα Ασμάτων επηρέασε πολύ τους μεταγενέστερους Άραβες και Πέρσες ποιητές, στους οποίους δίδαξε την τεχνική της ερωτικής ποίησης. Φλέβες του διοχετεύθηκαν στις ωδές του καθαρτηρίου του Δάντη στο έργο του «Θεία κωμωδία». Ακόμα ο ισπανικός μυστικισμός του Μεσαίωνα και το εκστασιακό παραλήρημα μερικών ηρώων της Καθολικής Εκκλησίας (Αγία Τερέζα) φθάνουν στις ρίζες του. Το «πνευματικό άσμα» του μεγάλου μυστικιστή ποιητή Ιωάννη του Σταυρού (San Juan de la Cruz, 1542-1591), αρχηγού του τάγματος των Καρμηλιτών, φαίνεται να έχει ως πηγή του το «Άσμα Ασμάτων» - αν και στο ποίημα του Αγίου Ιωάννη του Σταυρού δεσπόζει ο μυστικισμός, ο συμβολισμός και ο πνευματικός ερωτισμός και εκφράζεται ο μυστικός πόθος της «νύμφης ψυχής προς το νυμφίο Χριστό».
Βυζαντινοί υμνωδοί, όπως ο Ανδρέας ο Κρητικός, ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός κ.α., τρύγησαν από το αειθαλές περιβόλι του «Άσματος» λέξεις, φράσεις, εκφράσεις, σχήματα λόγου, νοήματα κλπ. Το Άσμα Ασμάτων έλκυσε επίσης το ενδιαφέρον ξένων επιφανών λογοτεχνών (Goethe, E. Renan κ.α.) και αρκετών Νεοελλήνων, που το απέδωσαν με δημιουργικό τρόπο σε σύγχρονη ζωντανή γλώσσα, π.χ. Κ. Φριλίγγος, Γ. Ελιγιά, Α. Χατζηκώστας κ.α. Ολοφάνερα επέδρασε, επίσης, στα Ιταλικά Σονέτα του Σολωμού. Ενέπνευσε, τέλος, μεγάλους μουσουργούς (Α. Ρουμπινστάιν) στη σύνθεση ορατορίων.
Ύστερα απ’ όλα αυτά μπορούμε να αντιληφθούμε, ότι ίσως δεν είναι υπερβολικά τα λόγια του ραβίνου Ακίμπα μπεν Γιόσεφ (1ος μ.Χ. αιώνας), που είπε:
«Ολόκληρος ο κόσμος δεν μπορεί να παραβληθεί σε αξία με την ημέρα κατά την οποία δόθηκε το βιβλίο αυτό στον Ισραήλ. Διότι όλα τα αγιόγραφα είναι άγια, αλλά το άσμα τούτο είναι Αγιότατο» (M. Yadayim 3,5).
από το βιβλίο «Φως εξ ανατολής»
του Δημήτρη Τσινικόπουλου
Εκδόσεις «Ελληνικά Γράμματα», 1996
[1] J. Pritchard, The Ancient Near East, 1971, σελίδα 258.
[2] Οι αραμαϊσμοί που παρατηρούνται στο κείμενο και οι περσικές λέξεις Pardes (Παράδεισος, 4:13) και Egoz (Κάρυον, 6:11) δεν μπορούν ν’ αποτελέσουν, σύμφωνα με τον επιφανή Ανατολιστή R. Dick Wilson (A Scientific Investigation of the Old Testament, 1967, σελίδες 111, 123), ασφαλές κριτήριο για μια μεταγενέστερη χρονολόγηση του έργου. Το ίδιο μπορεί να λεχθεί για τη λέξη (3:9 –καναπές, ανάκλιντρον) που θεωρείται ελληνικής προέλευσης (φορείον) και δημιουργεί υπόνοιες για μια ελληνιστικής εποχής προέλευση του έργου. Η λέξη ωστόσο έχει εντοπιστεί στην αρχαία ινδική-σανσκριτική από την οποία ομάδες ολόκληρες ελληνικών λέξεων κατάγονται (R.K. Harrison), ενώ είναι γνωστό ότι το εμπόριο του Σολομώντα έφθασε μέχρι την Ινδία (Οφείρ). Πάντως τέτοιες λέξεις δεν αποκλείεται να είναι και εκδοτικές αλλαγές, για να γίνει το βιβλίο πιο κατανοητό σε μεταγενέστερες γενιές.
[3] Στους 113 στίχους του ποίηματος, ο ποιητής κατά τον κατονομάζει 15 είδη ζώων και 21 ποικιλίες φυτών.
[4] Διεξοδική ανάπτυξη όλων των σχετικών ερμηνειών γύρω από το Άσμα μπορεί να βρειο αναγνώστης ανάμεσα στ’ άλλα και στην περιεκτική μελέτη του H.H. Rowley: The Interpretation of the Song of Songs, στο The Servant of thw Lord, and other Essays on thw Old Testament, 1952. Ο ορθά επισημαίνει, ανάμεσα σ’ άλλα, ότι οι επαναλήψεις που υπάρχουν στο βιβλίο αφήνουν την εντύπωση προέλευσης από ένα μόνο χέρι (single hand), σελίδα 212.
[5] Η έκφραση «σφραγίδα απίθωσέ με στην καρδιά σου» βρίσκει το παράλληλό της σε στίχο της αιγυπτιακής ερωτικής ποίησης: «Και τώρα μ’ έχει σφραγίσει με τη σιδερένια πύρινη σφραγίδα της», και αλλού: «Και νάμουν το δαχτυλίδι της, η σφραγίδα στα δαχτυλά της».

Δεν υπάρχουν σχόλια: