Υπάρχουν οπωσδήποτε πολλά στοιχεία της ισραηλινής πολιτικής στα οποία μπορεί κανείς να ασκήσει κριτική, ιδιαίτερα υπό τη διακυβέρνηση του Λικούντ, το οποίο ενορχήστρωσε την εισβολή στον Λίβανο. Αλλά ο χείμαρρος των αντι-ισραηλινών αισθημάτων που αναδύθηκαν στον τοπικό τύπο, και η κυριολεκτική εξίσωση του Σιωνισμού με τον αντιαραβικό ρατσισμό, με υποχρεώνουν να απαντήσω δυναμικά.
Για χρόνια ήλπιζα ότι το Ισραήλ ή η Παλαιστίνη θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε μια συνομοσπονδία Εβραίων και Αράβων, ελβετικού τύπου, μια συνομοσπονδία στην οποία και οι δύο λαοί θα μπορούσαν να ζήσουν ειρηνικά μεταξύ τους και να αναπτύξουν τον πνευματικό πολιτισμό τους δημιουργικά και αρμονικά.
Με τραγικό τρόπο, αυτό δεν έμελλε να συμβεί. Μετά το ψήφισμα των Ηνωμένων Εθνών το 1947, που διαχώρισε την Παλαιστίνη σε εβραϊκό και παλαιστινιακό κράτος, ακολούθησε η εισβολή αραβικών στρατευμάτων στη χώρα: κυρίως αιγυπτιακών και συριακών, μαζί με την πολύ ικανή ιορδανική «Αραβική λεγεώνα», με άμεση ή έμμεση υποστήριξη από το Ιράκ και άλλα αραβικά έθνη.
Σε κάποιες περιπτώσεις αυτά τα στρατεύματα, και ιδιαίτερα οι Άραβες μη τακτικοί στρατιώτες που τα συνόδευαν, δεν έπαιρναν αιχμαλώτους κατά τις επιθέσεις τους στις εβραϊκές κοινότητες. Γενικά, προσπάθησαν συστηματικά στο διάβα τους να εξαλείψουν όλους τους εβραϊκούς οικισμούς, μέχρι να τους σταματήσει η λυσσώδης και ακριβοπληρωμένη εβραϊκή αντίσταση.
Η εισβολή, και η ολέθρια μάχη που επακολούθησε, έστησαν ένα τρομακτικό μοτίβο φόβου και πικρίας, το οποίο δεν είναι εύκολο να σβήσει από τον νου των Εβραίων του Ισραήλ. Το γεγονός ότι απεγνωσμένα και παρανοϊκά στοιχεία Εβραίων ζηλωτών φέρθηκαν με παρόμοιο τρόπο μέχρι να τους σταματήσουν οι νεοσύστατες ισραηλινές στρατιωτικές δυνάμεις, δεν μπορεί να μας επιτρέψει να ξεχάσουμε τους άντρες και τις γυναίκες του εβραϊκού λαού που σφαγιάστηκαν από τα πιστά πρωτοπαλίκαρα του αραβικού εθνικισμού, ακόμα κι όταν ύψωσαν λευκές σημαίες για να παραδοθούν.
Έχω παρατηρήσει ελάχιστη αναφορά αυτού του φοβερού μοτίβου «διαμάχης», το οποίο στιγμάτισε τις αραβικές εισβολές στην Παλαιστίνη και τόσο βαθιά επηρέασε την εβραϊκή εμπιστοσύνη στην αξία των «διαπραγματεύσεων ανακωχής», και την προβλεψιμότητα των συμφωνιών ειρήνης με τους Άραβες νοσταλγούς των χαμένων πάτριων εδαφών. Πράγματι, οι διαχωριστικές γραμμές που καθιερώθηκαν τελικά μετά τις εισβολές του 1948 ήταν προϊόντα αιματηρών εχθροπραξιών (κυριολεκτικά του πάρε-δώσε της μάχης) και όχι «ιμπεριαλιστικών» ή «σιωνιστών οικοπεδοφάγων», για να χρησιμοποιήσουμε και τη γλώσσα που είναι της μόδας αυτές τις μέρες.
Ούτε ακούω πια για τις ένθερμες προσπάθειες της Haganah (της εβραϊκής πολιτοφυλακής την εποχή του διαμελισμού) που ενθάρρυνε τους Άραβες να παραμείνουν στις γειτονιές και τις πόλεις τους, για τα ισραηλινά οχήματα με τα μεγάφωνα που διέσχιζαν τους δρόμους της Γιάφας, για παράδειγμα, παρακινώντας τους Άραβες να μην υποκύψουν στα συναισθήματα πανικού που δημιουργούνταν από τις εμπόλεμες συνθήκες και από εξτρεμιστές και των δύο πλευρών.
Το γεγονός ότι πολλοί Άραβες παρέμειναν στο Ισραήλ, αμφισβητεί ξεκάθαρα τον μύθο ότι οι Εβραίοι του Ισραήλ προσπάθησαν να απαλλάξουν την χώρα από τους Μουσουλμάνους κατοίκους της. Αυτό που φαίνεται να αγνοείται ολοκληρωτικά είναι η βεβαιότητα ότι θα υπήρχε ένα αραβικό κράτος στην Παλαιστίνη, δίπλα στο εβραϊκό, εάν ο αιγυπτιακός στρατός στον νότο, ο συριακός στον βορρά, και ο ιορδανικός στην ανατολή, για δικά τους ιμπεριαλιστικά συμφέροντα, δεν είχαν προσπαθήσει να καταλάβουν και τα δύο κομμάτια γης που χώρισε ο Ο.Η.Ε. Ενώ, όταν η προσπάθειά τους απέτυχε, χρησιμοποίησαν τους Παλαιστίνιους πρόσφυγες σαν πιόνια για τις μελλοντικές διαπραγματεύσεις με τους Ισραηλινούς και τους δυτικούς υποστηρικτές τους.
Υπάρχει κι ένας ακόμα μύθος που πρέπει να ξεριζωθεί: ότι η παρούσα εκρηκτική κατάσταση στη Μέση Ανατολή πηγάζει από τη διαμάχη Ισραηλινών και Παλαιστινίων, και ότι δήθεν η σχέση μεταξύ Εβραίων και Αράβων ήταν «αγγελική» μέχρι να δηλητηριαστεί από τις «σιωνιστικές φιλοδοξίες». Αφήνοντας κατά μέρος την απλουστευτική εικόνα της Μέσης Ανατολής, που αυτή η σύλληψη καλλιεργεί, η έκταση κατά την οποία αποτελεί ολοσχερή διαστρέβλωση των αραβο-εβραϊκών σχέσεων του παρελθόντος, αγγίζει τα όρια του απερίγραπτου.
Επιτρέπεται να ξεχάσουμε ότι οι αραβικές διώξεις εναντίον των Εβραίων, αν και ήταν λιγότερο γενοκτονικές από τις ευρωπαϊκές, έχουν μια ιστορία αιώνων, με την εξαίρεση της μουσουλμανικής Ισπανίας και της οθωμανικής Τουρκίας; Ότι αραβικά πογκρόμ εναντίον των Εβραίων συνόδευσαν τους εβραϊκούς οικισμούς της Παλαιστίνης, όπως υπήρχαν πριν τον Β' παγκόσμιο πόλεμο, με κορύφωση την εξολόθρευση της παμπάλαιας κοινότητας της Χεβρώνας (κάποτε έδρα της εβραϊκής φυλετικής συνομοσπονδίας) στα τέλη της δεκαετίας του 1920; Ότι ο μεγάλος μουφτής της Ιερουσαλήμ τη δεκαετία του 1930 (ο προκάτοχος του Γιάσερ Αραφάτ δυο γενιές πριν) ήταν δεδηλωμένος θαυμαστής του Χίτλερ και καλούσε σ’ έναν «ιερό πόλεμο» εξόντωσης των Εβραίων της Παλαιστίνης μέχρι τον Β' παγκόσμιο πόλεμο, αλλά και κατά τη διάρκειά του; Ότι η ιορδανική «αραβική λεγεώνα» συστηματικά ισοπέδωσε την παλαιά εβραϊκή συνοικία της Ιερουσαλήμ το 1948 και στάβλισε άλογα στο Δυτικό Τείχος του ναού του Ηρώδη, βεβηλώνοντας το πιο ιερό μέρος του παγκόσμιου Ιουδαϊσμού;
Επιτρέπεται να ξεχάσουμε ότι ο στρατηγός Χαφέζ Άσαντ (Hafez Assad), ο αποκαλούμενος «πρόεδρος» της Συρίας (εκλεγμένος από μια «πλειοψηφία» 99,97% του συριακού «εκλογικού σώματος») έσφαξε 6.000-10.000 ανθρώπους στην Κάμα, τον Φλεβάρη του 1982, επειδή τόλμησαν να αμφισβητήσουν την ηγεσία του επί της χώρας;
Αναρωτιέται κανείς, γιατί δεν ακολούθησε μια καταιγίδα διαμαρτυρίας όταν η Διεθνής Αμνηστία το 1983 δήλωσε ότι «οι συριακές δυνάμεις ασφαλείας άσκησαν συστηματικά παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων βασανιστηρίων και πολιτικών δολοφονιών, λειτουργώντας υπό καθεστώς ατιμωρησίας υπό τη σκέπη των νόμων εκτάκτου ανάγκης για τη χώρα»; Γιατί δεν υπάρχει ανησυχία για τον συριακό ιμπεριαλισμό (ιδιαίτερα για τη φαντασίωση του Άσαντ να απορροφήσει τον Λίβανο και την Παλαιστίνη, μαζί με το Ισραήλ παρακαλώ, σε μια Συριακή αυτοκρατορία), ενός στόχου για τον οποίο κάθε αντικειμενικός ειδήμονας της Μέσης Ανατολής γνωρίζει ότι είναι η αραβική εκδοχή του Άσαντ, παράλληλα με την παρανοϊκή εκδοχή του «Μεγάλου Ισραήλ» του Rabbie Kahane – μια έννοια που έχουν με ζήλο αποκηρύξει υπεύθυνες εβραϊκές και σιωνιστικές οργανώσεις στο Ισραήλ και διεθνώς;
Εάν το «θεμελιώδες πρόβλημα» στη Μέση Ανατολή, όπως το θέτει η Miriam Ward στο άρθρο της στις 27 Απριλίου, είναι η υφαρπαγή της παλαιστινιακής γης από το Ισραήλ, πως θα έμοιαζε όλη η περιοχή εάν το Ισραήλ και ο εβραϊκός πληθυσμός του εξαφανίζονταν με μαγικό τρόπο από τη σκηνή; Θα ήταν τότε η Συρία αστυνομικό κράτος σε μικρότερο βαθμό απ’ όσο σήμερα, και η σουνίτικη μουσουλμανική πλειοψηφία της θα ένιωθε ότι ο στρατηγός Άσαντ, που τείνει να μιλάει εκ μέρους της αλεβίτικης μουσουλμανικής μειοψηφίας της χώρας, την κατακυριεύει και την εκμεταλλεύεται λιγότερο;
Θα σταματούσαν οι Σαουδάραβες πρίγκιπες να σπαταλούν μεγάλο μέρος του πλούτου της χώρας τους σε λιμουζίνες, παλάτια, χρυσαφικά, και ακίνητη περιουσία στο εξωτερικό, πόσο μάλλον να επιτρέψουν ένα ελάχιστο ελευθερίας στον ίδιο τον λαό τους στην πατρίδα τους; Οι Αιγύπτιοι μεγαλοκτηματίες, ζώντας σε προκλητική αφθονία ενώ τους περιβάλλει απίστευτη εξαθλίωση, θα επέστρεφαν ένα ποσοστό από τη γη τους στους Αιγύπτιους χωρικούς που λιμοκτονούν; Θα απελευθέρωνε το Ιράκ τον κουρδικό πληθυσμό του, για να αναφερθώ μονάχα σε μια από τις πιο ηχηρές και εξεγερμένες μειονότητές του, και θα ικανοποιούσε τα αιτήματά του για αληθινή και ίση αυτονομία;
Θα τελείωνε ο πόλεμος Ιράν και Ιράκ, ένας πόλεμος ο οποίος έχει ήδη αρπάξει εκατομμύρια ζωές τα προηγούμενα χρόνια; Ο συνταγματάρχης Καντάφι θα έπαυε να είναι ένας καμαρωτός μιλιταριστής που προσπαθεί να υφαρπάξει εδάφη πολλών γειτόνων του; Ο μουσουλμανικός φονταμενταλισμός και ο Χομεϊνί, κύρια επιδίωξη των οποίων είναι η εναντίωση σε κάθε μορφή νεωτερισμού και δυτικού πολιτισμού, θα παραχωρούσαν ισότητα στις γυναίκες και ελευθερία στους επικριτές του σημερινού θεοκρατικού καθεστώτος του Ιράν;
Αυτό που προκαλεί τόση ανησυχία σχετικά με τις επίμονες επιθέσεις στο Ισραήλ είναι ότι βοηθούν στην απόλυτη συσκότιση αυτού που είναι το «θεμελιώδες πρόβλημα» του παλαιστινιακού λαού. Αυτός ο εγκαταλελειμμένος λαός χρησιμοποιείται με τον πλέον εξωφρενικό τρόπο από τα αραβικά κράτη ώστε να καλύψουν τα βαθιά εδραιωμένα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά προβλήματα στις χώρες τους και στη Μέση Ανατολή συνολικά. Είναι αυτονόητο ότι οι διαφορές μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων πρέπει να λυθούν ισότιμα, έτσι ώστε και οι δύο λαοί να ζήσουν με μια αίσθηση ασφάλειας που θα διαλύσει τους φόβους τους για όσα συνέβησαν στο παρελθόν, και να επιτύχουν μία εποικοδομητική αρμονία μεταξύ τους.
Δεν είμαι σίγουρος για το ποια θα είναι αυτή η λύση. Αλλά σίγουρα δεν θα επιτευχθεί από πράξεις τρομοκρατίας συσχετιζόμενης με την ΟΑΠ (PLO), ενάντια σε ανεξάρτητα σκεπτόμενους Άραβες δημάρχους που προσπαθούν να διαπραγματευτούν έναν διακανονισμό μεταξύ των δυο λαών, στη μια άκρη του φάσματος, ή εναντίον παρανοϊκών, όπως ο Rabbi Kahane, στην άλλη άκρη, οι οποίοι προσπαθούν να απωθήσουν τους Παλαιστίνιους από τις εστίες και τις κοινότητές τους.
Αλλά όσο κρίσιμος κι αν είναι ένας διακανονισμός, δεν πρέπει να θάψουμε το πραγματικό «θεμελιώδες πρόβλημα» της Μέσης Ανατολής, όπως ενσαρκώνεται στους κυνικούς πολιτικούς, τους μεγαλοκτηματίες, τους βαρόνους του πετρελαίου, τις στρατιωτικές χούντες, τους φανατικούς κληρικούς και τους ιμπεριαλιστικούς άρπαγες, στο σύμφυρμα των τραγικών προβλημάτων που έχουν αναδυθεί μεταξύ των Ισραηλινών και των Παλαιστινίων.
Με δεδομένο αυτό το υπόβαθρο, θα ήταν σοφό να θυμηθούμε ότι οι δυο λαοί έχουν περισσότερα κοινά συμφέροντα παρά διαφορές. Θα ήταν ένα σπουδαίο παράδειγμα πολιτικής ανεξαρτησίας εάν οι λαοί που εγείρουν μια δίκαιη κατακραυγή κατά των στρατιωτικών δικτατοριών στη Λατινική Αμερική θύμιζαν στον εαυτό τους ότι αντιμετωπίζουν κάτι ακριβώς ανάλογο στη Μέση Ανατολή – από τον συνταγματάρχη Καντάφι μέχρι τον στρατηγό Άσαντ.
Για χρόνια ήλπιζα ότι το Ισραήλ ή η Παλαιστίνη θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε μια συνομοσπονδία Εβραίων και Αράβων, ελβετικού τύπου, μια συνομοσπονδία στην οποία και οι δύο λαοί θα μπορούσαν να ζήσουν ειρηνικά μεταξύ τους και να αναπτύξουν τον πνευματικό πολιτισμό τους δημιουργικά και αρμονικά.
Με τραγικό τρόπο, αυτό δεν έμελλε να συμβεί. Μετά το ψήφισμα των Ηνωμένων Εθνών το 1947, που διαχώρισε την Παλαιστίνη σε εβραϊκό και παλαιστινιακό κράτος, ακολούθησε η εισβολή αραβικών στρατευμάτων στη χώρα: κυρίως αιγυπτιακών και συριακών, μαζί με την πολύ ικανή ιορδανική «Αραβική λεγεώνα», με άμεση ή έμμεση υποστήριξη από το Ιράκ και άλλα αραβικά έθνη.
Σε κάποιες περιπτώσεις αυτά τα στρατεύματα, και ιδιαίτερα οι Άραβες μη τακτικοί στρατιώτες που τα συνόδευαν, δεν έπαιρναν αιχμαλώτους κατά τις επιθέσεις τους στις εβραϊκές κοινότητες. Γενικά, προσπάθησαν συστηματικά στο διάβα τους να εξαλείψουν όλους τους εβραϊκούς οικισμούς, μέχρι να τους σταματήσει η λυσσώδης και ακριβοπληρωμένη εβραϊκή αντίσταση.
Η εισβολή, και η ολέθρια μάχη που επακολούθησε, έστησαν ένα τρομακτικό μοτίβο φόβου και πικρίας, το οποίο δεν είναι εύκολο να σβήσει από τον νου των Εβραίων του Ισραήλ. Το γεγονός ότι απεγνωσμένα και παρανοϊκά στοιχεία Εβραίων ζηλωτών φέρθηκαν με παρόμοιο τρόπο μέχρι να τους σταματήσουν οι νεοσύστατες ισραηλινές στρατιωτικές δυνάμεις, δεν μπορεί να μας επιτρέψει να ξεχάσουμε τους άντρες και τις γυναίκες του εβραϊκού λαού που σφαγιάστηκαν από τα πιστά πρωτοπαλίκαρα του αραβικού εθνικισμού, ακόμα κι όταν ύψωσαν λευκές σημαίες για να παραδοθούν.
Έχω παρατηρήσει ελάχιστη αναφορά αυτού του φοβερού μοτίβου «διαμάχης», το οποίο στιγμάτισε τις αραβικές εισβολές στην Παλαιστίνη και τόσο βαθιά επηρέασε την εβραϊκή εμπιστοσύνη στην αξία των «διαπραγματεύσεων ανακωχής», και την προβλεψιμότητα των συμφωνιών ειρήνης με τους Άραβες νοσταλγούς των χαμένων πάτριων εδαφών. Πράγματι, οι διαχωριστικές γραμμές που καθιερώθηκαν τελικά μετά τις εισβολές του 1948 ήταν προϊόντα αιματηρών εχθροπραξιών (κυριολεκτικά του πάρε-δώσε της μάχης) και όχι «ιμπεριαλιστικών» ή «σιωνιστών οικοπεδοφάγων», για να χρησιμοποιήσουμε και τη γλώσσα που είναι της μόδας αυτές τις μέρες.
Ούτε ακούω πια για τις ένθερμες προσπάθειες της Haganah (της εβραϊκής πολιτοφυλακής την εποχή του διαμελισμού) που ενθάρρυνε τους Άραβες να παραμείνουν στις γειτονιές και τις πόλεις τους, για τα ισραηλινά οχήματα με τα μεγάφωνα που διέσχιζαν τους δρόμους της Γιάφας, για παράδειγμα, παρακινώντας τους Άραβες να μην υποκύψουν στα συναισθήματα πανικού που δημιουργούνταν από τις εμπόλεμες συνθήκες και από εξτρεμιστές και των δύο πλευρών.
Το γεγονός ότι πολλοί Άραβες παρέμειναν στο Ισραήλ, αμφισβητεί ξεκάθαρα τον μύθο ότι οι Εβραίοι του Ισραήλ προσπάθησαν να απαλλάξουν την χώρα από τους Μουσουλμάνους κατοίκους της. Αυτό που φαίνεται να αγνοείται ολοκληρωτικά είναι η βεβαιότητα ότι θα υπήρχε ένα αραβικό κράτος στην Παλαιστίνη, δίπλα στο εβραϊκό, εάν ο αιγυπτιακός στρατός στον νότο, ο συριακός στον βορρά, και ο ιορδανικός στην ανατολή, για δικά τους ιμπεριαλιστικά συμφέροντα, δεν είχαν προσπαθήσει να καταλάβουν και τα δύο κομμάτια γης που χώρισε ο Ο.Η.Ε. Ενώ, όταν η προσπάθειά τους απέτυχε, χρησιμοποίησαν τους Παλαιστίνιους πρόσφυγες σαν πιόνια για τις μελλοντικές διαπραγματεύσεις με τους Ισραηλινούς και τους δυτικούς υποστηρικτές τους.
Υπάρχει κι ένας ακόμα μύθος που πρέπει να ξεριζωθεί: ότι η παρούσα εκρηκτική κατάσταση στη Μέση Ανατολή πηγάζει από τη διαμάχη Ισραηλινών και Παλαιστινίων, και ότι δήθεν η σχέση μεταξύ Εβραίων και Αράβων ήταν «αγγελική» μέχρι να δηλητηριαστεί από τις «σιωνιστικές φιλοδοξίες». Αφήνοντας κατά μέρος την απλουστευτική εικόνα της Μέσης Ανατολής, που αυτή η σύλληψη καλλιεργεί, η έκταση κατά την οποία αποτελεί ολοσχερή διαστρέβλωση των αραβο-εβραϊκών σχέσεων του παρελθόντος, αγγίζει τα όρια του απερίγραπτου.
Επιτρέπεται να ξεχάσουμε ότι οι αραβικές διώξεις εναντίον των Εβραίων, αν και ήταν λιγότερο γενοκτονικές από τις ευρωπαϊκές, έχουν μια ιστορία αιώνων, με την εξαίρεση της μουσουλμανικής Ισπανίας και της οθωμανικής Τουρκίας; Ότι αραβικά πογκρόμ εναντίον των Εβραίων συνόδευσαν τους εβραϊκούς οικισμούς της Παλαιστίνης, όπως υπήρχαν πριν τον Β' παγκόσμιο πόλεμο, με κορύφωση την εξολόθρευση της παμπάλαιας κοινότητας της Χεβρώνας (κάποτε έδρα της εβραϊκής φυλετικής συνομοσπονδίας) στα τέλη της δεκαετίας του 1920; Ότι ο μεγάλος μουφτής της Ιερουσαλήμ τη δεκαετία του 1930 (ο προκάτοχος του Γιάσερ Αραφάτ δυο γενιές πριν) ήταν δεδηλωμένος θαυμαστής του Χίτλερ και καλούσε σ’ έναν «ιερό πόλεμο» εξόντωσης των Εβραίων της Παλαιστίνης μέχρι τον Β' παγκόσμιο πόλεμο, αλλά και κατά τη διάρκειά του; Ότι η ιορδανική «αραβική λεγεώνα» συστηματικά ισοπέδωσε την παλαιά εβραϊκή συνοικία της Ιερουσαλήμ το 1948 και στάβλισε άλογα στο Δυτικό Τείχος του ναού του Ηρώδη, βεβηλώνοντας το πιο ιερό μέρος του παγκόσμιου Ιουδαϊσμού;
Επιτρέπεται να ξεχάσουμε ότι ο στρατηγός Χαφέζ Άσαντ (Hafez Assad), ο αποκαλούμενος «πρόεδρος» της Συρίας (εκλεγμένος από μια «πλειοψηφία» 99,97% του συριακού «εκλογικού σώματος») έσφαξε 6.000-10.000 ανθρώπους στην Κάμα, τον Φλεβάρη του 1982, επειδή τόλμησαν να αμφισβητήσουν την ηγεσία του επί της χώρας;
Αναρωτιέται κανείς, γιατί δεν ακολούθησε μια καταιγίδα διαμαρτυρίας όταν η Διεθνής Αμνηστία το 1983 δήλωσε ότι «οι συριακές δυνάμεις ασφαλείας άσκησαν συστηματικά παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων βασανιστηρίων και πολιτικών δολοφονιών, λειτουργώντας υπό καθεστώς ατιμωρησίας υπό τη σκέπη των νόμων εκτάκτου ανάγκης για τη χώρα»; Γιατί δεν υπάρχει ανησυχία για τον συριακό ιμπεριαλισμό (ιδιαίτερα για τη φαντασίωση του Άσαντ να απορροφήσει τον Λίβανο και την Παλαιστίνη, μαζί με το Ισραήλ παρακαλώ, σε μια Συριακή αυτοκρατορία), ενός στόχου για τον οποίο κάθε αντικειμενικός ειδήμονας της Μέσης Ανατολής γνωρίζει ότι είναι η αραβική εκδοχή του Άσαντ, παράλληλα με την παρανοϊκή εκδοχή του «Μεγάλου Ισραήλ» του Rabbie Kahane – μια έννοια που έχουν με ζήλο αποκηρύξει υπεύθυνες εβραϊκές και σιωνιστικές οργανώσεις στο Ισραήλ και διεθνώς;
Εάν το «θεμελιώδες πρόβλημα» στη Μέση Ανατολή, όπως το θέτει η Miriam Ward στο άρθρο της στις 27 Απριλίου, είναι η υφαρπαγή της παλαιστινιακής γης από το Ισραήλ, πως θα έμοιαζε όλη η περιοχή εάν το Ισραήλ και ο εβραϊκός πληθυσμός του εξαφανίζονταν με μαγικό τρόπο από τη σκηνή; Θα ήταν τότε η Συρία αστυνομικό κράτος σε μικρότερο βαθμό απ’ όσο σήμερα, και η σουνίτικη μουσουλμανική πλειοψηφία της θα ένιωθε ότι ο στρατηγός Άσαντ, που τείνει να μιλάει εκ μέρους της αλεβίτικης μουσουλμανικής μειοψηφίας της χώρας, την κατακυριεύει και την εκμεταλλεύεται λιγότερο;
Θα σταματούσαν οι Σαουδάραβες πρίγκιπες να σπαταλούν μεγάλο μέρος του πλούτου της χώρας τους σε λιμουζίνες, παλάτια, χρυσαφικά, και ακίνητη περιουσία στο εξωτερικό, πόσο μάλλον να επιτρέψουν ένα ελάχιστο ελευθερίας στον ίδιο τον λαό τους στην πατρίδα τους; Οι Αιγύπτιοι μεγαλοκτηματίες, ζώντας σε προκλητική αφθονία ενώ τους περιβάλλει απίστευτη εξαθλίωση, θα επέστρεφαν ένα ποσοστό από τη γη τους στους Αιγύπτιους χωρικούς που λιμοκτονούν; Θα απελευθέρωνε το Ιράκ τον κουρδικό πληθυσμό του, για να αναφερθώ μονάχα σε μια από τις πιο ηχηρές και εξεγερμένες μειονότητές του, και θα ικανοποιούσε τα αιτήματά του για αληθινή και ίση αυτονομία;
Θα τελείωνε ο πόλεμος Ιράν και Ιράκ, ένας πόλεμος ο οποίος έχει ήδη αρπάξει εκατομμύρια ζωές τα προηγούμενα χρόνια; Ο συνταγματάρχης Καντάφι θα έπαυε να είναι ένας καμαρωτός μιλιταριστής που προσπαθεί να υφαρπάξει εδάφη πολλών γειτόνων του; Ο μουσουλμανικός φονταμενταλισμός και ο Χομεϊνί, κύρια επιδίωξη των οποίων είναι η εναντίωση σε κάθε μορφή νεωτερισμού και δυτικού πολιτισμού, θα παραχωρούσαν ισότητα στις γυναίκες και ελευθερία στους επικριτές του σημερινού θεοκρατικού καθεστώτος του Ιράν;
Αυτό που προκαλεί τόση ανησυχία σχετικά με τις επίμονες επιθέσεις στο Ισραήλ είναι ότι βοηθούν στην απόλυτη συσκότιση αυτού που είναι το «θεμελιώδες πρόβλημα» του παλαιστινιακού λαού. Αυτός ο εγκαταλελειμμένος λαός χρησιμοποιείται με τον πλέον εξωφρενικό τρόπο από τα αραβικά κράτη ώστε να καλύψουν τα βαθιά εδραιωμένα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά προβλήματα στις χώρες τους και στη Μέση Ανατολή συνολικά. Είναι αυτονόητο ότι οι διαφορές μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων πρέπει να λυθούν ισότιμα, έτσι ώστε και οι δύο λαοί να ζήσουν με μια αίσθηση ασφάλειας που θα διαλύσει τους φόβους τους για όσα συνέβησαν στο παρελθόν, και να επιτύχουν μία εποικοδομητική αρμονία μεταξύ τους.
Δεν είμαι σίγουρος για το ποια θα είναι αυτή η λύση. Αλλά σίγουρα δεν θα επιτευχθεί από πράξεις τρομοκρατίας συσχετιζόμενης με την ΟΑΠ (PLO), ενάντια σε ανεξάρτητα σκεπτόμενους Άραβες δημάρχους που προσπαθούν να διαπραγματευτούν έναν διακανονισμό μεταξύ των δυο λαών, στη μια άκρη του φάσματος, ή εναντίον παρανοϊκών, όπως ο Rabbi Kahane, στην άλλη άκρη, οι οποίοι προσπαθούν να απωθήσουν τους Παλαιστίνιους από τις εστίες και τις κοινότητές τους.
Αλλά όσο κρίσιμος κι αν είναι ένας διακανονισμός, δεν πρέπει να θάψουμε το πραγματικό «θεμελιώδες πρόβλημα» της Μέσης Ανατολής, όπως ενσαρκώνεται στους κυνικούς πολιτικούς, τους μεγαλοκτηματίες, τους βαρόνους του πετρελαίου, τις στρατιωτικές χούντες, τους φανατικούς κληρικούς και τους ιμπεριαλιστικούς άρπαγες, στο σύμφυρμα των τραγικών προβλημάτων που έχουν αναδυθεί μεταξύ των Ισραηλινών και των Παλαιστινίων.
Με δεδομένο αυτό το υπόβαθρο, θα ήταν σοφό να θυμηθούμε ότι οι δυο λαοί έχουν περισσότερα κοινά συμφέροντα παρά διαφορές. Θα ήταν ένα σπουδαίο παράδειγμα πολιτικής ανεξαρτησίας εάν οι λαοί που εγείρουν μια δίκαιη κατακραυγή κατά των στρατιωτικών δικτατοριών στη Λατινική Αμερική θύμιζαν στον εαυτό τους ότι αντιμετωπίζουν κάτι ακριβώς ανάλογο στη Μέση Ανατολή – από τον συνταγματάρχη Καντάφι μέχρι τον στρατηγό Άσαντ.
Murray Bookchin (1986)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου