«Πώς εγώ βρήκα χάρη στα μάτια σου, ώστε να λάβεις πρόνοια για μένα, ενώ είμαι ξένη;» (Ρουθ 2:10).
Στην έκπληξη της Ρουθ, μπροστά στην καλοσύνη του Βοόζ, κρύβεται ταυτόχρονα ο ορίζοντας των προσδοκιών του κάθε ξενιτεμένου, αλλά και η έκπληξη του νέου ορίζοντα της βασιλείας του Θεού. Ο ξενιτεμένος νιώθει ότι έχει χάσει τη γη κάτω από τα πόδια του. Κάποτε έκανε τους άλλους να γελούν με έξυπνα λογοπαίγνια. Τώρα οι άλλοι γελούν με τα λάθη που κάνει στη γλώσσα τους. Κάποτε ήξερε πώς να κινείται στην κοινωνία, ήξερε τους κανόνες του παιχνιδιού, ήξερε και τους παίκτες. Τώρα βρίσκεται μπροστά στην ψυχρή πόρτα μιας δημόσιας υπηρεσίας, βέβαιος ότι δεν υπάρχει ένα πρόσωπο που τον γνωρίζει, ένα πρόσωπο που θα του δώσει ένα χαμόγελο παραπάνω, ένα πρόσωπο που θα αναγνωρίσει ότι πίσω από την εθνικότητα κρύβεται ένας άνθρωπος και μια ζωή. Η όποια εύνοια σε ξένο τόπο είναι πράγματι μεγάλη έκπληξη.
Τι θα μπορούσε να υποκινήσει την καρδιά του Βοόζ να κάνει αυτήν την έκπληξη; Από πού έλαβε μάτια για να δει πέρα από την «ξένη» Μωαβίτισσα στην άξια ψυχή της Ρουθ;
Πολλοί ήταν οι άλλοι μέσα στον Ισραήλ που δεν θα της είχαν δώσει σημασία, ίσως και να την είχαν διώξει. Κίνητρα θα είχαν πολλά. Εχθρικές σχέσεις στο παρελθόν, αναφορά στον προπάτορα των Μωαβιτών Λωτ που διάλεξε την πιο εύφορη γη και άφησε τη χειρότερη για τον Αβραάμ. Ιεροί πόλεμοι στους οποίους ο Θεός είχε οδηγήσει το λαό Του. Εκδικητικές προσευχές μέσα από τους Ψαλμούς. Παραινέσεις των εβραϊκών Γραφών για αγιότητα, αποφυγή της μίανσης από ειδωλολάτρες ξένους (πόσο μάλλον ξένες!). Προφητικοί καταδικαστικοί χρησμοί έναντι των γύρω εθνών. Αν ήθελε κανείς να φερθεί σκληρά, η έστω απλά να αδιαφορήσει για ξένους, μπορούσε να νιώθει ιστορικά, Βιβλικά, ακόμα και θεολογικά δικαιολογημένος.
Η γραμμή της Βίβλου που παρουσιάζει αυτές τις αρνητικές πτυχές είναι λίγο-πολύ γνωστή. Όσοι σύγχρονοι αρκούνται στην επιφανειακή ανάγνωση μπορούν να συνοδέψουν εκείνο το πλήθος των Ισραηλιτών που μέχρι και την εποχή του Χριστού ήταν ικανοί να δουν στον ξένο μόνο ένα επικίνδυνο μίασμα ή μια απειλή στον τρόπο ζωής τους.
Αν έχει κανείς καρδιά σαν του Βοόζ, καρδιά κατά την καρδιά του Θεού, η ματιά του γίνεται πιο διεισδυτική. Εκείνος που θα πρόσεχε τον ξένο, έχει και την οξυδέρκεια να δει τι πραγματικά λέει ο Λόγος του Θεού για τον ξένο. Το θέμα της σχέσης του Ισραήλ με τα έθνη γενικά και με τον ξένο ειδικότερα, έχει τεράστιες διαστάσεις.[1] Εξάλλου, ο «ξένος» μπορεί να εννοηθεί με διάφορους τρόπους, ανάλογα με το ιστορικό πλαίσιο, το πλαίσιο του κειμένου, καθώς και την ορολογία. Οι όροι που αναφέρονται στους ξένους δείχνουν διαφορετικές εμφάσεις.[2]
Η προσέγγιση που ακολουθεί στηρίζεται σε μερικούς από τους πιο βασικούς άξονες της θεολογίας των εβραϊκών Γραφών.
Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
«Από την αρχή όμως δεν έγινε έτσι...». Τα λόγια που ο Χριστός είπε για να στηλιτεύσει αντιλήψεις της εποχής Του για το διαζύγιο (βασισμένες σε χωρία της Τορά), ισχύουν και για το θέμα των ξένων. Η θεολογία, η νομολογία, οι εκάστοτε συνθήκες των εβραϊκών Γραφών, πρέπει πάντα να φιλτράρονται μέσα από το ερμηνευτικό πρίσμα του «από την αρχή» της δημιουργίας. Πριν από τη δημιουργία του Ισραήλ υπήρξε η δημιουργία του κόσμου. Ο Ισραήλ πλάσθηκε μέσα στον προϋπάρχοντα σκοπό του Δημιουργού του κόσμου. Το «αυξάνεστε και πληθύνεστε και γεμίστε τη γη και κυριεύστε την» (Γένεση 1:28), απευθύνεται σε κάθε άνθρωπο πλασμένο κατά την εικόνα του Θεού. ο άνθρωπος, ο οποιοσδήποτε άνθρωπος, ο άνθρωπος ως άνθρωπος, έξω από εθνικές και φυλετικές κατηγορίες, στέκει μπροστά στον Θεό με την αποστολή που ο Θεός του έχει αναθέσει. Αν οι άνθρωποι πρόκειται να σκορπιστούν σε κάθε γωνιά της γης, ωστόσο θα υπάρχει κάτι κοινό μεταξύ τους: θα είναι όλοι τους ανεξαιρέτως φορείς της θείας εικόνας, με όλες τις δυνατότητες αλλά και τις ευθύνες που αυτή συνεπάγεται.
Η ΑΡΧΕΓΟΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Τα έθνη αποτελούν σύμπτωμα της ιστορίας. Η πτώση του ανθρώπου οδηγεί σε σταδιακά ρήγματα σχέσεων: ο άνθρωπος από τον Θεό (Γένεση 3), ο άντρας από τη γυναίκα (Γένεση 3), αδελφός από αδελφό (Γένεση 4), πατέρας από γιο (Γένεση 9) και τέλος, έθνος από έθνος (Γένεση 11). Το ρήγμα όμως των εθνών στη Βαβέλ κρύβει μέσα του κάτι το ελπιδοφόρο. Ο Θεός απαντά στην ύβρη των ανθρώπων εγκλωβίζοντάς τους στην περιοριστική ταπείνωση της γλωσσικής απομόνωσης και της γεωγραφικής εξάπλωσης. Οι άνθρωποι πλέον υπάρχουν ως μέλη φυλών και γλωσσών και λαών. Κανένα από αυτά τα έθνη δεν κάνει υπέρβαση της ιστορίας, όλα τίθενται μέσα στους αγώνες, τους φόβους και τους κινδύνους που η ιστορία δημιουργεί. Κανένα από αυτά τα έθνη δεν μπορεί να εκφράσει το απόλυτο και ολοκληρωτικό, όλα υποχρεώνονται να συνειδητοποιήσουν το πεπερασμένο της εθνικής τους ύπαρξης. Το κεφάλαιο 10, στη Γένεση, έχει προετοιμάσει το έδαφος για την ερμηνεία αυτής της κατάστασης: τα έθνη είναι εβδομήντα, ο αριθμός τους δεν είναι τυχαίος - άρα βρίσκονται κάτω από τη θεία επίβλεψη και κυριαρχία.
Η ΕΚΛΟΓΗ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ
Μέσα σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο συντελείται η εκλογή του Αβραάμ, του προπάτορα του λαού Ισραήλ. Είναι αλήθεια ότι ο Θεός σκοπεύει να ευλογήσει τον λαό που θα προκύψει από αυτόν, αλλά ο στόχος πίσω από όλα αυτά παραπέμπει στη δημιουργία: «και μέσα από σένα θα ευλογηθούν όλες οι φυλές της γης» (Γένεση 12:3). Η εκλογή του Ισραήλ δεν έφερε αλλαγή στο θείο σχέδιο. Ο Ισραήλ εκλέχτηκε από τα έθνη για να έρθει μέσω αυτού η ευλογία στα έθνη. Όμως, για να γίνει αυτό, ο Ισραήλ πρέπει να είναι άγιος, δηλαδή πρέπει να ξεχωρίζει από τα έθνη. Η αρχή αυτή έχει τεράστια σημασία, αν θέλουμε να καταλάβουμε την ένταση ανάμεσα στις θετικές και στις αρνητικές αντιλήψεις του ξένου. Ο Θεός πράγματι θέλει να ευλογήσει όλα τα έθνη. Όμως, ο τρόπος που θα τα ευλογήσει είναι μέσω ενός λαού που θα διαφέρει από τα έθνη. Άρα, ο Ισραήλ πρέπει να προστατευθεί από ξένους εχθρικούς λαούς που θα μπορούσαν να αφανίσουν τον ίδιο και τη μαρτυρία του από το πρόσωπο της γης. Έτσι εξηγούνται τα χωρία που επικαλούνται τη θεία προστασία ή ακόμα και εκδίκηση μπροστά στην απειλή των εχθρικών εθνών. Επίσης, ο Ισραήλ πρέπει να προστατευθεί από ξένα ήθη, από τρόπους ζωής που πήγαζαν από αφοσίωση σε άλλους θεούς. Ο γάμος με ξένη γυναίκα θεωρείτο επικίνδυνος, επειδή μπορούσε να οδηγήσει στη λατρεία άλλων θεών. Όποτε ο ξένος θεωρείται επικίνδυνος για την αγιότητα του λαού, τότε παρουσιάζεται αρνητικά, διότι είναι αυτή η αγιότητα που αποτελεί τελική ελπίδα για τον ξένο.
Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ ΞΕΝΙΤΕΙΑΣ
Ο ίδιος ο Αβραάμ ένιωσε πολλές φορές τον πόνο της ξενιτιάς (Γένεση 13, 20, 23:4), ενώ ο Ιακώβ έτσι παρουσιάζει τη ζωή του (Γένεση 47:9). Διάφορα άτομα εντάχθηκαν στον λαό Ισραήλ, ενώ κάποτε ήταν ξένοι (Θάμαρ, Ραάβ, Ρουθ). Και βέβαια ο λαός Ισραήλ γεύτηκε τον πόνο αυτόν ιδιαίτερα στην Αίγυπτο (Έξοδος 22:20, 23:9, Δευτερονόμιο 10:19, 23:8), αλλά και αργότερα κατά την περίοδο της αιχμαλωσίας. Η ίδια η ζωή παρουσιάζεται ως ξενιτιά ή παροικία (Ψαλμός 119:54), μια έννοια που αναπτύσσεται ακόμα περισσότερο στην Κ. Διαθήκη (Ιωάννης 1:14, Λουκάς 9:58, Εφεσίους 2:6, Εβραίους 12:22 κ.ε., 13:14, Γαλάτες 4:26, Φιλιππησίους 3:20). Ο πόνος αυτός γίνεται κομμάτι της ιστορικής τους συνείδησης. Δεν μπορούν να ξεχάσουν την ιστορία τους: γεννήθηκαν ως λαός μέσα στην ξενιτιά και τη σκλαβιά. Μέσα στη Θεία Πρόνοια, ο λαός που θα κληθεί αργότερα να δείξει φιλόξενο πνεύμα σε ξένους, περνά πρώτα ο ίδιος από το ίδιο βίωμα. Ο λαός του Θεού δεν προστατεύεται από την οικονομική προσφυγιά, αλλά καλείται (σύμφωνα με το πρότυπο της ενσάρκωσης του Μεσσία που θα ακολουθούσε), να ζήσει και αυτήν την εμπειρία σε όλο της το βάθος, για να μπορεί αργότερα να έχει μάτια να δει τον πόνο του άλλου.
Οι παράγοντες που αναφέρονται πιο πάνω αποτελούν το ερμηνευτικό πρίσμα προσέγγισης κειμένων που αναφέρονται στα άλλα έθνη και συγκεκριμένα, στον ξένο. Η οποιαδήποτε αντιμετώπιση του ξένου σε μια στιγμή της ιστορίας, δεν καταργεί το γεγονός της θείας πρόθεσης που ενεργεί για την τελική ιστορική έκβαση των πραγμάτων, η οποία δεν είναι άλλη από την ευλογία των εθνών. Ωστόσο, η ιστορία είναι ακόμα βαθύτερη. Διάφορες νομοθεσίες προσθέτουν στη συνολική εικόνα.
Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ
Οι ξένοι ήταν ελεύθεροι, αλλά είναι αλήθεια ότι δεν είχαν ιδιαίτερα δικαιώματα στην κοινωνία του Ισραήλ.[3] Δεν μπορούσαν να κατέχουν γη και άρα συγκαταλέγονταν στους φτωχούς της κοινωνίας, μαζί με τη χήρα και το ορφανό. Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε η δικαιοσύνη να τους προστατεύει και η κρίση τους να μη διαστρέφεται (Δευτερονόμιο 24:17). Απολάμβαναν τα δέκατα των αφιερωμάτων (Δευτερονόμιο 26:13). Είχαν ως τροφή τους πεσμένους καρπούς των δέντρων, τις ελιές που είχαν απομείνει σε δέντρα, τα σταφύλια που απέμεναν μετά τον τρύγο, τα στάχυα που απέμεναν μετά τον θερισμό, κλπ. (Λευιτικό 19:10, 23:22, Δευτερονόμιο 24:19-21, Ιερεμίας 7:6, 22:3, Ιεζεκιήλ 22:7, Ζαχαρίας 7:10).[4] Το γεγονός ότι οι ξένοι αποκλείονταν από την ιδιοκτησία της γης, εύκολα θα μπορούσε να παρεξηγηθεί ως αδιαφορία, αν δεν κατανοεί κανείς τη δομή της θεολογίας των εβραϊκών Γραφών. Από τις εύκολες συγκρίσεις με το σύγχρονο «κράτος δικαίου» λείπει η κατανόηση του θείου σχεδίου. Ο Θεός δεν πλάθει τον τέλειο λαό από τη μια στιγμή στην άλλη, αλλά εισβάλλει και εργάζεται μέσα στην ιστορία ενός λαού για να την οδηγήσει σταδιακά προς την πραγμάτωση του θελήματός Του. Η γη δεν ανήκει στον ξένο, επειδή η υπόθεση της γης αποτελεί μέρος της διαθήκης του Θεού με το λαό Του. Ο Θεός «δανείζει» τη γη στο λαό Του για να είναι καλός οικονόμος της. Εφόσον ο λαός φερθεί σύμφωνα με τα διατεταγμένα της διαθήκης, το ποτήρι της ευλογίας του Θεού θα υπερχειλίσει για να αγγίξει καθέναν που πλησιάζει αυτόν τον λαό, με απώτερο τελικό σκοπό να ευλογηθούν όλα τα έθνη μέσα από την ευλογία του Ισραήλ. Για να λειτουργήσει η διαθήκη, η γη πρέπει να είναι στα χέρια του λαού του Θεού. Από εκεί και πέρα, αυτός ο λαός του Θεού καλείται να είναι υπάκουος, να έχει την καρδιά και τα μάτια του Θεού του, γιατί μαζί με την προσδοκώμενη ευλογία για την υπακοή, υπάρχει και η επαπειλούμενη κατάρα για την ανυπακοή. Συνεπώς, ο Ισραήλ δεν πρέπει να είναι ανεξάρτητος ιδιοκτήτης της γης, αλλά πιστός διαχειριστής της.
Ακόμα και μέσα στις Δέκα Εντολές εμφανίζεται το ενδιαφέρον του Θεού για τον ξένο. Ο νόμος περί Σαββάτου δεν προσφέρεται ως μέσο ξεκούρασης της ελίτ της κοινωνίας σε βάρος εκείνων που βρίσκονται στο περιθώριό της. Αντίθετα, ενώ οι κοινωνικές διακρίσεις υπάρχουν ως φαινόμενο της ιστορίας, η ανάπαυση του Σαββάτου, μαρτυρώντας για τον ερχομό της βασιλείας, εξισώνει τους πάντες: «η ημέρα, όμως, η έβδομη είναι Σάββατο του ΚΥΡΙΟΥ του Θεού σου. Μη κάνεις σ’ αυτήν κανένα έργο, ούτε εσύ ούτε ο γιος σου ούτε η θυγατέρα σου ούτε ο δούλος σου ούτε η δούλη σου ούτε το κτήνος σου ούτε ο ξένος σου, που βρίσκεται μέσα στις πύλες σου» (Έξοδος 20:10, δες 23:12).[5] Ο Ισραήλ δεν μοιράζεται μόνο τη δουλειά του με τους ξένους, αλλά και την ανάπαυσή του, κάτι που ο Φαραώ δεν ήταν ιδιαίτερα πρόθυμος να μοιραστεί με τον Ισραήλ (Έξοδος 5:4-9). Εξάλλου, η εντολή του Σαββάτου στην Έξοδο συνδέει την ανάπαυση του Σαββάτου με την ανάπαυση του Θεού στη δημιουργία. Ο ξένος προσκαλείται να γευτεί μαζί με τον Ισραήλ την ανάπαυση του Θεού.
Όταν επαναλαμβάνονται οι εντολές στο Δευτερονόμιο 5, παρατηρούμε εκεί ένα νέο κίνητρο για την ανάπαυση του Σαββάτου: «για να αναπαυθεί ο δούλος σου και η δούλη σου καθώς εσύ. Και να θυμάσαι ότι ήσουν δούλος στη γη της Αιγύπτου και ο ΚΥΡΙΟΣ ο Θεός σου σε έβγαλε από εκεί με κραταιό χέρι και με απλωμένο βραχίονα. Γι’ αυτό ο ΚΥΡΙΟΣ ο Θεός σου σε πρόσταξε να τηρείς την ημέρα του Σαββάτου». Η έμφαση της εντολής είναι στους δούλους, αλλά σ’ αυτήν την κατηγορία συμπεριλαμβάνονται και οι ξένοι. Εκείνο που έχει ενδιαφέρον είναι ότι ο λαός καλείται να δει τη «ρουτίνα» της εβδομαδιαίας ιστορίας του ως αναπαραγωγική της λυτρωτικής δράσης του Θεού. Ο Ισραήλ ζούσε ως δούλος στην ξενιτειά κι ο Θεός ήρθε και τον απελευθέρωσε. Τώρα ο Ισραήλ έχει ξένους δούλους και μιμούμενος τον Θεό Του (κατά την εικόνα του Οποίου είναι πλασμένος), τους απελευθερώνει κάθε Σάββατο για να γευτούν μαζί του την ανάπαυση. Συνεπώς, η κοινωνία του Ισραήλ καλείται να αντικατοπτρίσει τη λυτρωτική δράση του Θεού. Στην κοινωνία του Ισραήλ πρέπει να χτυπά η καρδιά του Θεού: «Και δεν θα καταδυναστεύσεις τον ξένο, επειδή εσείς γνωρίζετε την ψυχή του ξένου, για τον λόγο ότι σταθήκατε ξένοι στη γη της Αιγύπτου» (Έξοδος 23:9).
Μήπως όμως η εντολή αυτή θα μπορούσε να εφαρμοστεί με απλή αδιαφορία για τον ξένο;[6] Σύμφωνα με το Λευιτικό, υπάρχει περισσότερο βάθος σ’ αυτήν από ό,τι θα έβλεπε κανείς με μια πρώτη ματιά: «Και αν κάποιος ξένος παροικεί μαζί σου στη γη σας, δεν θα τον θλίψετε. Ο ξένος που παροικεί με σας θα είναι σε σας όπως ο αυτόχθονας, και θα τον αγαπάς όπως τον εαυτό σου, επειδή ξένοι σταθήκατε στη γη της Αιγύπτου. Εγώ είμαι ο ΚΥΡΙΟΣ ο Θεός σας» (Λευιτικό 19:33-34, Δευτερονόμιο 10:19). Ο Ισραηλίτης, όχι μόνο δεν πρέπει να προκαλέσει θλίψη στον ξένο με το να τον αδικήσει, αλλά καλείται να τον εισαγάγει πλήρως στην κοινωνία του, ως δικό του άνθρωπο: «θα είναι σε σας όπως ο αυτόχθονας»! Πρέπει να τον δει όπως βλέπει τον οποιονδήποτε άλλο Ισραηλίτη, αλλά αυτό σημαίνει κάτι βαθύτερο: πρέπει να τον αγαπήσει σαν τον εαυτό του. Ο ξένος, όχι μόνο είναι «ένας από μας», είναι «ο ίδιος μου ο εαυτός»! Εδώ συντελείται η υπέρβαση της βιολογικής συγγένειας. Ο ξένος έχει ψυχική και ιστορική συγγένεια με τον Ισραηλίτη, διότι ο Ισραηλίτης στάθηκε και αυτός ξένος στην Αίγυπτο. Άρα, γνωρίζει τα συναισθήματα του ξενιτεμένου, ξέρει πώς να ταυτιστεί, έχει κοινό έδαφος και δεν θα έχει ο ίδιος λόγο να νιώθει ανώτερος. Αν τώρα είναι ελεύθερος, είναι επειδή η χάρη του Θεού τον ελευθέρωσε. Κι αν έχει τώρα δική του γη, είναι επειδή ο Θεός του την χάρισε. Η ίδια του η ύπαρξη οφείλεται στη χάρη του Θεού. Ζώντας από τη χάρη του Θεού γίνεται ο ίδιος αγωγός της.
Ο Ισραηλίτης δεν είχε μόνο ιστορική συγγένεια με τον ξένο. Ακόμα και τώρα έπρεπε να βλέπει τον εαυτό του σαν έναν ευεργετημένο ξένο. Όπως προαναφέραμε, πραγματικός ιδιοκτήτης της γης δεν ήταν ο ίδιος. Ο Θεός είχε πει: «δική μου είναι η γη, για το λόγο ότι εσείς είστε ξένοι και πάροικοι μπροστά μου» (Λευιτικό 25:23, δες επίσης Ψαλμός 14, 38:13, 118:19). Αν μια Ρουθ σταχυολογούσε στα χωράφια του Βοόζ, ο ίδιος ο Βοόζ έπρεπε να νιώθει ότι σταχυολογούσε στα χωράφια που η χάρη του Θεού του είχε χαρίσει.
Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΠΡΟΦΗΤΩΝ
Το ότι ο Ισραήλ πάρα πολλές φορές στην ιστορία του δεν έδειξε την πρέπουσα καλοσύνη στον ξένο είναι γνωστό.[7] Όπως έχει διαπιστωθεί από πολλούς, κανένα έθνος δεν έχει δημοσιεύσει σε τέτοιο βαθμό τα αμαρτήματά του. Η προφητική κριτική θυμίζει τη θεία επαγγελία, αλλά θυμίζει και το δρόμο προς αυτήν. Ενώ από τη μια μεριά, πάντα επιμένει ότι ο λαός δεν πρέπει να υιοθετεί τους θεούς και τα ήθη των ξένων λαών, από την άλλη, επιμένει εξίσου στη δικαιοσύνη προς τον ξένο: «Επειδή αν αληθινά διορθώσετε τους δρόμους σας... αν δεν καταδυναστεύετε τον ξένο... τότε θα σας κάνω να κατοικείτε σ’ αυτόν τον τόπο, μέσα στη γη που έδωσα στους πατέρες σας, από αιώνα σε αιώνα» (Ιερεμίας 7:5-7). Η αδικία προς τον ξένο ισοδυναμεί με έλλειψη φόβου Θεού (Μαλαχίας 3:5). Σε πολλά κείμενα τονίζεται η δυνατότητα του ξένου να γίνει μέρος της κοινότητας του λαού του Θεού (Ησαΐας 56). Αρχίζει να γίνεται ευκρινέστερο το εσχατολογικό όραμα μιας ημέρας όπου ο Θεός του Ισραήλ θα γίνει Θεός των εθνών (Ησαΐας 19:24-25, Μιχαίας 4:1-2). Κάποια μέρα τα έθνη θα έρθουν στον Ισραήλ να μάθουν την οδό του Κυρίου.
Όταν η Ρουθ εκφράζει απορία με την απροσδόκητη φιλοξενία του Βοόζ, καταθέτει την έκπληξη του ανθρώπου μπροστά στην εισβολή της βασιλείας του Θεού. Η καλοσύνη του δίκαιου Ισραηλίτη Βοόζ εμπνεόταν από την ελπίδα ενός νέου κόσμου και έδινε έκφραση σ’ αυτόν πολύ πριν από την ιστορική του πραγμάτωση. Η Ρουθ γίνεται δεκτή, γίνεται μέλος της οικογένειας, εντάσσεται στο γενεαλογικό δέντρο του Δαβίδ... και τελικά του Ιησού Χριστού. Άρα, η ελπίδα «γεννά» τον νέο κόσμο. Τι λογικό, λοιπόν, εξαιτίας του απογόνου αυτών των δύο, του δίκαιου Βοόζ και της ξένης Ρουθ, να μπορεί ο απόστολος Παύλος να πει σε ανθρώπους των εθνών:
«Γι’ αυτό να θυμάστε ότι εσείς οι άλλοτε εθνικοί... ότι εκείνο τον καιρό ήσασταν χωρίς Χριστό, απαλλοτριωμένοι από την πολιτεία του Ισραήλ και ξένοι από τις διαθήκες της υπόσχεσης, που δεν είχατε ελπίδα και ήσασταν στον κόσμο χωρίς Θεό. Τώρα όμως διαμέσου του Ιησού Χριστού, εσείς που άλλοτε ήσασταν μακριά, γίνατε κοντά διαμέσου του αίματος του Χριστού» (Εφεσίους 2:11-13).
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Για μελέτες σχετικές με την αντίληψη της Π. Διαθήκης για τα έθνη γενικά, δες Walter Brüggemann. Theology of the Old Testament (Minneapolis: Fortress Press, 1997), 492-551. Horst Dietrich Preuss, Old Testament Theology, trans. L.G. Perdue (Louisville: Westminster John Knox Press, 1996), 2:284-307.
[2] Οι διαφορετικές λέξεις που χρησιμοποιούνται για τον ξένο στις εβραϊκές Γραφές, αποτελούν ήδη μια μαρτυρία ότι η έννοια του ξένου μπορεί να διαφέρει από περίπτωση σε περίπτωση. Η λέξη «ζαρ» αναφέρεται όχι μόνο σ’ αυτό που είναι ξένο, αλλά και σ’ αυτό που είναι παράξενο ή απαγορευμένο, ενώ πολλές φορές αναφέρεται σε πολιτικούς εχθρούς ή σε ξένους θεούς. Οι λέξεις «τοσάβ» και πιο πολύ «νεκάρ» παρουσιάζουν τον ξένο πιο αρνητικά, ενώ η λέξη «γκερ» πολύ πιο θετικά. Στους Ο’ η λέξη «γκερ» συχνά μεταφράζεται «προσήλυτος».
[3] Ο DeVaux τους παραλληλίζει με τους περίοικους της Σπάρτης, οι οποίοι ήταν ελεύθεροι, αλλά δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα, Roland DeVaux, Ancient Israel: Its Life and Institutions, trans. J. McHugh (Grand Rapids: Eerdmans, 1961), 74-75.
[4] Αυτ., 75.
[5] Βέβαια, στις ραβινικές παραδόσεις θεωρούνταν συνήθως ότι ο «ξένος», που αναφέρεται εδώ, είναι ο «γκερ τσαντίκ» (ο δίκαιος ξένος) και όχι ο «γκερ τοσάβ» (ο απερίτμητος ξένος). Όμως, δες H.R. Cole, «The Sabbath and the Alien», Andrews University Seminary Studies, Autumn 2000, 38:2:223-29.
[6] Δες Mark Sneed, «Israelite Concern for the Alien, Orphan, and Widow: Altrism or Ideology?» Zeitschrift für die Alttestamentlich Wissenschaft 111:4, 1999 (498-507). Επιχειρηματολογία, όπως του Sneed, ότι όλοι οι νόμοι της Π. Διαθήκης, που προβλέπουν κάτι θετικό για τον ξένο, αποτελούν εκφράσεις της άρχουσας τάξης με τις οποίες καθησύχαζε τη συνείδησή τους, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Όταν κάθε τι το αρνητικό αποτελεί μαρτυρία κατά των Γραφών, ενώ κάθε τι το θετικό δεν γίνεται δεκτό ως αποδεικτικό στοιχείο υπέρ του μηνύματος των Γραφών, τότε ο Sneed είναι ένοχος της ίδιας αδικίας που αποδίδει στις Γραφές.
[7] Για εκτενή έρευνα σχετικά με τη θέση των ξένων κατά την περίοδο μετά την αιχμαλωσία, δες Daniel L. Smith-Christopher, «Between Ezra and Isaiah: Exclusion, Tranformation, and Inclusion of the Foreigner in Post-Exilic Biblical Theology», in Ethnicity and the Bible, ed. Mark G. Brett (Leiden: E.J. Brill, 1996).
Στην έκπληξη της Ρουθ, μπροστά στην καλοσύνη του Βοόζ, κρύβεται ταυτόχρονα ο ορίζοντας των προσδοκιών του κάθε ξενιτεμένου, αλλά και η έκπληξη του νέου ορίζοντα της βασιλείας του Θεού. Ο ξενιτεμένος νιώθει ότι έχει χάσει τη γη κάτω από τα πόδια του. Κάποτε έκανε τους άλλους να γελούν με έξυπνα λογοπαίγνια. Τώρα οι άλλοι γελούν με τα λάθη που κάνει στη γλώσσα τους. Κάποτε ήξερε πώς να κινείται στην κοινωνία, ήξερε τους κανόνες του παιχνιδιού, ήξερε και τους παίκτες. Τώρα βρίσκεται μπροστά στην ψυχρή πόρτα μιας δημόσιας υπηρεσίας, βέβαιος ότι δεν υπάρχει ένα πρόσωπο που τον γνωρίζει, ένα πρόσωπο που θα του δώσει ένα χαμόγελο παραπάνω, ένα πρόσωπο που θα αναγνωρίσει ότι πίσω από την εθνικότητα κρύβεται ένας άνθρωπος και μια ζωή. Η όποια εύνοια σε ξένο τόπο είναι πράγματι μεγάλη έκπληξη.
Τι θα μπορούσε να υποκινήσει την καρδιά του Βοόζ να κάνει αυτήν την έκπληξη; Από πού έλαβε μάτια για να δει πέρα από την «ξένη» Μωαβίτισσα στην άξια ψυχή της Ρουθ;
Πολλοί ήταν οι άλλοι μέσα στον Ισραήλ που δεν θα της είχαν δώσει σημασία, ίσως και να την είχαν διώξει. Κίνητρα θα είχαν πολλά. Εχθρικές σχέσεις στο παρελθόν, αναφορά στον προπάτορα των Μωαβιτών Λωτ που διάλεξε την πιο εύφορη γη και άφησε τη χειρότερη για τον Αβραάμ. Ιεροί πόλεμοι στους οποίους ο Θεός είχε οδηγήσει το λαό Του. Εκδικητικές προσευχές μέσα από τους Ψαλμούς. Παραινέσεις των εβραϊκών Γραφών για αγιότητα, αποφυγή της μίανσης από ειδωλολάτρες ξένους (πόσο μάλλον ξένες!). Προφητικοί καταδικαστικοί χρησμοί έναντι των γύρω εθνών. Αν ήθελε κανείς να φερθεί σκληρά, η έστω απλά να αδιαφορήσει για ξένους, μπορούσε να νιώθει ιστορικά, Βιβλικά, ακόμα και θεολογικά δικαιολογημένος.
Η γραμμή της Βίβλου που παρουσιάζει αυτές τις αρνητικές πτυχές είναι λίγο-πολύ γνωστή. Όσοι σύγχρονοι αρκούνται στην επιφανειακή ανάγνωση μπορούν να συνοδέψουν εκείνο το πλήθος των Ισραηλιτών που μέχρι και την εποχή του Χριστού ήταν ικανοί να δουν στον ξένο μόνο ένα επικίνδυνο μίασμα ή μια απειλή στον τρόπο ζωής τους.
Αν έχει κανείς καρδιά σαν του Βοόζ, καρδιά κατά την καρδιά του Θεού, η ματιά του γίνεται πιο διεισδυτική. Εκείνος που θα πρόσεχε τον ξένο, έχει και την οξυδέρκεια να δει τι πραγματικά λέει ο Λόγος του Θεού για τον ξένο. Το θέμα της σχέσης του Ισραήλ με τα έθνη γενικά και με τον ξένο ειδικότερα, έχει τεράστιες διαστάσεις.[1] Εξάλλου, ο «ξένος» μπορεί να εννοηθεί με διάφορους τρόπους, ανάλογα με το ιστορικό πλαίσιο, το πλαίσιο του κειμένου, καθώς και την ορολογία. Οι όροι που αναφέρονται στους ξένους δείχνουν διαφορετικές εμφάσεις.[2]
Η προσέγγιση που ακολουθεί στηρίζεται σε μερικούς από τους πιο βασικούς άξονες της θεολογίας των εβραϊκών Γραφών.
Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
«Από την αρχή όμως δεν έγινε έτσι...». Τα λόγια που ο Χριστός είπε για να στηλιτεύσει αντιλήψεις της εποχής Του για το διαζύγιο (βασισμένες σε χωρία της Τορά), ισχύουν και για το θέμα των ξένων. Η θεολογία, η νομολογία, οι εκάστοτε συνθήκες των εβραϊκών Γραφών, πρέπει πάντα να φιλτράρονται μέσα από το ερμηνευτικό πρίσμα του «από την αρχή» της δημιουργίας. Πριν από τη δημιουργία του Ισραήλ υπήρξε η δημιουργία του κόσμου. Ο Ισραήλ πλάσθηκε μέσα στον προϋπάρχοντα σκοπό του Δημιουργού του κόσμου. Το «αυξάνεστε και πληθύνεστε και γεμίστε τη γη και κυριεύστε την» (Γένεση 1:28), απευθύνεται σε κάθε άνθρωπο πλασμένο κατά την εικόνα του Θεού. ο άνθρωπος, ο οποιοσδήποτε άνθρωπος, ο άνθρωπος ως άνθρωπος, έξω από εθνικές και φυλετικές κατηγορίες, στέκει μπροστά στον Θεό με την αποστολή που ο Θεός του έχει αναθέσει. Αν οι άνθρωποι πρόκειται να σκορπιστούν σε κάθε γωνιά της γης, ωστόσο θα υπάρχει κάτι κοινό μεταξύ τους: θα είναι όλοι τους ανεξαιρέτως φορείς της θείας εικόνας, με όλες τις δυνατότητες αλλά και τις ευθύνες που αυτή συνεπάγεται.
Η ΑΡΧΕΓΟΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Τα έθνη αποτελούν σύμπτωμα της ιστορίας. Η πτώση του ανθρώπου οδηγεί σε σταδιακά ρήγματα σχέσεων: ο άνθρωπος από τον Θεό (Γένεση 3), ο άντρας από τη γυναίκα (Γένεση 3), αδελφός από αδελφό (Γένεση 4), πατέρας από γιο (Γένεση 9) και τέλος, έθνος από έθνος (Γένεση 11). Το ρήγμα όμως των εθνών στη Βαβέλ κρύβει μέσα του κάτι το ελπιδοφόρο. Ο Θεός απαντά στην ύβρη των ανθρώπων εγκλωβίζοντάς τους στην περιοριστική ταπείνωση της γλωσσικής απομόνωσης και της γεωγραφικής εξάπλωσης. Οι άνθρωποι πλέον υπάρχουν ως μέλη φυλών και γλωσσών και λαών. Κανένα από αυτά τα έθνη δεν κάνει υπέρβαση της ιστορίας, όλα τίθενται μέσα στους αγώνες, τους φόβους και τους κινδύνους που η ιστορία δημιουργεί. Κανένα από αυτά τα έθνη δεν μπορεί να εκφράσει το απόλυτο και ολοκληρωτικό, όλα υποχρεώνονται να συνειδητοποιήσουν το πεπερασμένο της εθνικής τους ύπαρξης. Το κεφάλαιο 10, στη Γένεση, έχει προετοιμάσει το έδαφος για την ερμηνεία αυτής της κατάστασης: τα έθνη είναι εβδομήντα, ο αριθμός τους δεν είναι τυχαίος - άρα βρίσκονται κάτω από τη θεία επίβλεψη και κυριαρχία.
Η ΕΚΛΟΓΗ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ
Μέσα σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο συντελείται η εκλογή του Αβραάμ, του προπάτορα του λαού Ισραήλ. Είναι αλήθεια ότι ο Θεός σκοπεύει να ευλογήσει τον λαό που θα προκύψει από αυτόν, αλλά ο στόχος πίσω από όλα αυτά παραπέμπει στη δημιουργία: «και μέσα από σένα θα ευλογηθούν όλες οι φυλές της γης» (Γένεση 12:3). Η εκλογή του Ισραήλ δεν έφερε αλλαγή στο θείο σχέδιο. Ο Ισραήλ εκλέχτηκε από τα έθνη για να έρθει μέσω αυτού η ευλογία στα έθνη. Όμως, για να γίνει αυτό, ο Ισραήλ πρέπει να είναι άγιος, δηλαδή πρέπει να ξεχωρίζει από τα έθνη. Η αρχή αυτή έχει τεράστια σημασία, αν θέλουμε να καταλάβουμε την ένταση ανάμεσα στις θετικές και στις αρνητικές αντιλήψεις του ξένου. Ο Θεός πράγματι θέλει να ευλογήσει όλα τα έθνη. Όμως, ο τρόπος που θα τα ευλογήσει είναι μέσω ενός λαού που θα διαφέρει από τα έθνη. Άρα, ο Ισραήλ πρέπει να προστατευθεί από ξένους εχθρικούς λαούς που θα μπορούσαν να αφανίσουν τον ίδιο και τη μαρτυρία του από το πρόσωπο της γης. Έτσι εξηγούνται τα χωρία που επικαλούνται τη θεία προστασία ή ακόμα και εκδίκηση μπροστά στην απειλή των εχθρικών εθνών. Επίσης, ο Ισραήλ πρέπει να προστατευθεί από ξένα ήθη, από τρόπους ζωής που πήγαζαν από αφοσίωση σε άλλους θεούς. Ο γάμος με ξένη γυναίκα θεωρείτο επικίνδυνος, επειδή μπορούσε να οδηγήσει στη λατρεία άλλων θεών. Όποτε ο ξένος θεωρείται επικίνδυνος για την αγιότητα του λαού, τότε παρουσιάζεται αρνητικά, διότι είναι αυτή η αγιότητα που αποτελεί τελική ελπίδα για τον ξένο.
Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ ΞΕΝΙΤΕΙΑΣ
Ο ίδιος ο Αβραάμ ένιωσε πολλές φορές τον πόνο της ξενιτιάς (Γένεση 13, 20, 23:4), ενώ ο Ιακώβ έτσι παρουσιάζει τη ζωή του (Γένεση 47:9). Διάφορα άτομα εντάχθηκαν στον λαό Ισραήλ, ενώ κάποτε ήταν ξένοι (Θάμαρ, Ραάβ, Ρουθ). Και βέβαια ο λαός Ισραήλ γεύτηκε τον πόνο αυτόν ιδιαίτερα στην Αίγυπτο (Έξοδος 22:20, 23:9, Δευτερονόμιο 10:19, 23:8), αλλά και αργότερα κατά την περίοδο της αιχμαλωσίας. Η ίδια η ζωή παρουσιάζεται ως ξενιτιά ή παροικία (Ψαλμός 119:54), μια έννοια που αναπτύσσεται ακόμα περισσότερο στην Κ. Διαθήκη (Ιωάννης 1:14, Λουκάς 9:58, Εφεσίους 2:6, Εβραίους 12:22 κ.ε., 13:14, Γαλάτες 4:26, Φιλιππησίους 3:20). Ο πόνος αυτός γίνεται κομμάτι της ιστορικής τους συνείδησης. Δεν μπορούν να ξεχάσουν την ιστορία τους: γεννήθηκαν ως λαός μέσα στην ξενιτιά και τη σκλαβιά. Μέσα στη Θεία Πρόνοια, ο λαός που θα κληθεί αργότερα να δείξει φιλόξενο πνεύμα σε ξένους, περνά πρώτα ο ίδιος από το ίδιο βίωμα. Ο λαός του Θεού δεν προστατεύεται από την οικονομική προσφυγιά, αλλά καλείται (σύμφωνα με το πρότυπο της ενσάρκωσης του Μεσσία που θα ακολουθούσε), να ζήσει και αυτήν την εμπειρία σε όλο της το βάθος, για να μπορεί αργότερα να έχει μάτια να δει τον πόνο του άλλου.
Οι παράγοντες που αναφέρονται πιο πάνω αποτελούν το ερμηνευτικό πρίσμα προσέγγισης κειμένων που αναφέρονται στα άλλα έθνη και συγκεκριμένα, στον ξένο. Η οποιαδήποτε αντιμετώπιση του ξένου σε μια στιγμή της ιστορίας, δεν καταργεί το γεγονός της θείας πρόθεσης που ενεργεί για την τελική ιστορική έκβαση των πραγμάτων, η οποία δεν είναι άλλη από την ευλογία των εθνών. Ωστόσο, η ιστορία είναι ακόμα βαθύτερη. Διάφορες νομοθεσίες προσθέτουν στη συνολική εικόνα.
Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ
Οι ξένοι ήταν ελεύθεροι, αλλά είναι αλήθεια ότι δεν είχαν ιδιαίτερα δικαιώματα στην κοινωνία του Ισραήλ.[3] Δεν μπορούσαν να κατέχουν γη και άρα συγκαταλέγονταν στους φτωχούς της κοινωνίας, μαζί με τη χήρα και το ορφανό. Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε η δικαιοσύνη να τους προστατεύει και η κρίση τους να μη διαστρέφεται (Δευτερονόμιο 24:17). Απολάμβαναν τα δέκατα των αφιερωμάτων (Δευτερονόμιο 26:13). Είχαν ως τροφή τους πεσμένους καρπούς των δέντρων, τις ελιές που είχαν απομείνει σε δέντρα, τα σταφύλια που απέμεναν μετά τον τρύγο, τα στάχυα που απέμεναν μετά τον θερισμό, κλπ. (Λευιτικό 19:10, 23:22, Δευτερονόμιο 24:19-21, Ιερεμίας 7:6, 22:3, Ιεζεκιήλ 22:7, Ζαχαρίας 7:10).[4] Το γεγονός ότι οι ξένοι αποκλείονταν από την ιδιοκτησία της γης, εύκολα θα μπορούσε να παρεξηγηθεί ως αδιαφορία, αν δεν κατανοεί κανείς τη δομή της θεολογίας των εβραϊκών Γραφών. Από τις εύκολες συγκρίσεις με το σύγχρονο «κράτος δικαίου» λείπει η κατανόηση του θείου σχεδίου. Ο Θεός δεν πλάθει τον τέλειο λαό από τη μια στιγμή στην άλλη, αλλά εισβάλλει και εργάζεται μέσα στην ιστορία ενός λαού για να την οδηγήσει σταδιακά προς την πραγμάτωση του θελήματός Του. Η γη δεν ανήκει στον ξένο, επειδή η υπόθεση της γης αποτελεί μέρος της διαθήκης του Θεού με το λαό Του. Ο Θεός «δανείζει» τη γη στο λαό Του για να είναι καλός οικονόμος της. Εφόσον ο λαός φερθεί σύμφωνα με τα διατεταγμένα της διαθήκης, το ποτήρι της ευλογίας του Θεού θα υπερχειλίσει για να αγγίξει καθέναν που πλησιάζει αυτόν τον λαό, με απώτερο τελικό σκοπό να ευλογηθούν όλα τα έθνη μέσα από την ευλογία του Ισραήλ. Για να λειτουργήσει η διαθήκη, η γη πρέπει να είναι στα χέρια του λαού του Θεού. Από εκεί και πέρα, αυτός ο λαός του Θεού καλείται να είναι υπάκουος, να έχει την καρδιά και τα μάτια του Θεού του, γιατί μαζί με την προσδοκώμενη ευλογία για την υπακοή, υπάρχει και η επαπειλούμενη κατάρα για την ανυπακοή. Συνεπώς, ο Ισραήλ δεν πρέπει να είναι ανεξάρτητος ιδιοκτήτης της γης, αλλά πιστός διαχειριστής της.
Ακόμα και μέσα στις Δέκα Εντολές εμφανίζεται το ενδιαφέρον του Θεού για τον ξένο. Ο νόμος περί Σαββάτου δεν προσφέρεται ως μέσο ξεκούρασης της ελίτ της κοινωνίας σε βάρος εκείνων που βρίσκονται στο περιθώριό της. Αντίθετα, ενώ οι κοινωνικές διακρίσεις υπάρχουν ως φαινόμενο της ιστορίας, η ανάπαυση του Σαββάτου, μαρτυρώντας για τον ερχομό της βασιλείας, εξισώνει τους πάντες: «η ημέρα, όμως, η έβδομη είναι Σάββατο του ΚΥΡΙΟΥ του Θεού σου. Μη κάνεις σ’ αυτήν κανένα έργο, ούτε εσύ ούτε ο γιος σου ούτε η θυγατέρα σου ούτε ο δούλος σου ούτε η δούλη σου ούτε το κτήνος σου ούτε ο ξένος σου, που βρίσκεται μέσα στις πύλες σου» (Έξοδος 20:10, δες 23:12).[5] Ο Ισραήλ δεν μοιράζεται μόνο τη δουλειά του με τους ξένους, αλλά και την ανάπαυσή του, κάτι που ο Φαραώ δεν ήταν ιδιαίτερα πρόθυμος να μοιραστεί με τον Ισραήλ (Έξοδος 5:4-9). Εξάλλου, η εντολή του Σαββάτου στην Έξοδο συνδέει την ανάπαυση του Σαββάτου με την ανάπαυση του Θεού στη δημιουργία. Ο ξένος προσκαλείται να γευτεί μαζί με τον Ισραήλ την ανάπαυση του Θεού.
Όταν επαναλαμβάνονται οι εντολές στο Δευτερονόμιο 5, παρατηρούμε εκεί ένα νέο κίνητρο για την ανάπαυση του Σαββάτου: «για να αναπαυθεί ο δούλος σου και η δούλη σου καθώς εσύ. Και να θυμάσαι ότι ήσουν δούλος στη γη της Αιγύπτου και ο ΚΥΡΙΟΣ ο Θεός σου σε έβγαλε από εκεί με κραταιό χέρι και με απλωμένο βραχίονα. Γι’ αυτό ο ΚΥΡΙΟΣ ο Θεός σου σε πρόσταξε να τηρείς την ημέρα του Σαββάτου». Η έμφαση της εντολής είναι στους δούλους, αλλά σ’ αυτήν την κατηγορία συμπεριλαμβάνονται και οι ξένοι. Εκείνο που έχει ενδιαφέρον είναι ότι ο λαός καλείται να δει τη «ρουτίνα» της εβδομαδιαίας ιστορίας του ως αναπαραγωγική της λυτρωτικής δράσης του Θεού. Ο Ισραήλ ζούσε ως δούλος στην ξενιτειά κι ο Θεός ήρθε και τον απελευθέρωσε. Τώρα ο Ισραήλ έχει ξένους δούλους και μιμούμενος τον Θεό Του (κατά την εικόνα του Οποίου είναι πλασμένος), τους απελευθερώνει κάθε Σάββατο για να γευτούν μαζί του την ανάπαυση. Συνεπώς, η κοινωνία του Ισραήλ καλείται να αντικατοπτρίσει τη λυτρωτική δράση του Θεού. Στην κοινωνία του Ισραήλ πρέπει να χτυπά η καρδιά του Θεού: «Και δεν θα καταδυναστεύσεις τον ξένο, επειδή εσείς γνωρίζετε την ψυχή του ξένου, για τον λόγο ότι σταθήκατε ξένοι στη γη της Αιγύπτου» (Έξοδος 23:9).
Μήπως όμως η εντολή αυτή θα μπορούσε να εφαρμοστεί με απλή αδιαφορία για τον ξένο;[6] Σύμφωνα με το Λευιτικό, υπάρχει περισσότερο βάθος σ’ αυτήν από ό,τι θα έβλεπε κανείς με μια πρώτη ματιά: «Και αν κάποιος ξένος παροικεί μαζί σου στη γη σας, δεν θα τον θλίψετε. Ο ξένος που παροικεί με σας θα είναι σε σας όπως ο αυτόχθονας, και θα τον αγαπάς όπως τον εαυτό σου, επειδή ξένοι σταθήκατε στη γη της Αιγύπτου. Εγώ είμαι ο ΚΥΡΙΟΣ ο Θεός σας» (Λευιτικό 19:33-34, Δευτερονόμιο 10:19). Ο Ισραηλίτης, όχι μόνο δεν πρέπει να προκαλέσει θλίψη στον ξένο με το να τον αδικήσει, αλλά καλείται να τον εισαγάγει πλήρως στην κοινωνία του, ως δικό του άνθρωπο: «θα είναι σε σας όπως ο αυτόχθονας»! Πρέπει να τον δει όπως βλέπει τον οποιονδήποτε άλλο Ισραηλίτη, αλλά αυτό σημαίνει κάτι βαθύτερο: πρέπει να τον αγαπήσει σαν τον εαυτό του. Ο ξένος, όχι μόνο είναι «ένας από μας», είναι «ο ίδιος μου ο εαυτός»! Εδώ συντελείται η υπέρβαση της βιολογικής συγγένειας. Ο ξένος έχει ψυχική και ιστορική συγγένεια με τον Ισραηλίτη, διότι ο Ισραηλίτης στάθηκε και αυτός ξένος στην Αίγυπτο. Άρα, γνωρίζει τα συναισθήματα του ξενιτεμένου, ξέρει πώς να ταυτιστεί, έχει κοινό έδαφος και δεν θα έχει ο ίδιος λόγο να νιώθει ανώτερος. Αν τώρα είναι ελεύθερος, είναι επειδή η χάρη του Θεού τον ελευθέρωσε. Κι αν έχει τώρα δική του γη, είναι επειδή ο Θεός του την χάρισε. Η ίδια του η ύπαρξη οφείλεται στη χάρη του Θεού. Ζώντας από τη χάρη του Θεού γίνεται ο ίδιος αγωγός της.
Ο Ισραηλίτης δεν είχε μόνο ιστορική συγγένεια με τον ξένο. Ακόμα και τώρα έπρεπε να βλέπει τον εαυτό του σαν έναν ευεργετημένο ξένο. Όπως προαναφέραμε, πραγματικός ιδιοκτήτης της γης δεν ήταν ο ίδιος. Ο Θεός είχε πει: «δική μου είναι η γη, για το λόγο ότι εσείς είστε ξένοι και πάροικοι μπροστά μου» (Λευιτικό 25:23, δες επίσης Ψαλμός 14, 38:13, 118:19). Αν μια Ρουθ σταχυολογούσε στα χωράφια του Βοόζ, ο ίδιος ο Βοόζ έπρεπε να νιώθει ότι σταχυολογούσε στα χωράφια που η χάρη του Θεού του είχε χαρίσει.
Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΠΡΟΦΗΤΩΝ
Το ότι ο Ισραήλ πάρα πολλές φορές στην ιστορία του δεν έδειξε την πρέπουσα καλοσύνη στον ξένο είναι γνωστό.[7] Όπως έχει διαπιστωθεί από πολλούς, κανένα έθνος δεν έχει δημοσιεύσει σε τέτοιο βαθμό τα αμαρτήματά του. Η προφητική κριτική θυμίζει τη θεία επαγγελία, αλλά θυμίζει και το δρόμο προς αυτήν. Ενώ από τη μια μεριά, πάντα επιμένει ότι ο λαός δεν πρέπει να υιοθετεί τους θεούς και τα ήθη των ξένων λαών, από την άλλη, επιμένει εξίσου στη δικαιοσύνη προς τον ξένο: «Επειδή αν αληθινά διορθώσετε τους δρόμους σας... αν δεν καταδυναστεύετε τον ξένο... τότε θα σας κάνω να κατοικείτε σ’ αυτόν τον τόπο, μέσα στη γη που έδωσα στους πατέρες σας, από αιώνα σε αιώνα» (Ιερεμίας 7:5-7). Η αδικία προς τον ξένο ισοδυναμεί με έλλειψη φόβου Θεού (Μαλαχίας 3:5). Σε πολλά κείμενα τονίζεται η δυνατότητα του ξένου να γίνει μέρος της κοινότητας του λαού του Θεού (Ησαΐας 56). Αρχίζει να γίνεται ευκρινέστερο το εσχατολογικό όραμα μιας ημέρας όπου ο Θεός του Ισραήλ θα γίνει Θεός των εθνών (Ησαΐας 19:24-25, Μιχαίας 4:1-2). Κάποια μέρα τα έθνη θα έρθουν στον Ισραήλ να μάθουν την οδό του Κυρίου.
Όταν η Ρουθ εκφράζει απορία με την απροσδόκητη φιλοξενία του Βοόζ, καταθέτει την έκπληξη του ανθρώπου μπροστά στην εισβολή της βασιλείας του Θεού. Η καλοσύνη του δίκαιου Ισραηλίτη Βοόζ εμπνεόταν από την ελπίδα ενός νέου κόσμου και έδινε έκφραση σ’ αυτόν πολύ πριν από την ιστορική του πραγμάτωση. Η Ρουθ γίνεται δεκτή, γίνεται μέλος της οικογένειας, εντάσσεται στο γενεαλογικό δέντρο του Δαβίδ... και τελικά του Ιησού Χριστού. Άρα, η ελπίδα «γεννά» τον νέο κόσμο. Τι λογικό, λοιπόν, εξαιτίας του απογόνου αυτών των δύο, του δίκαιου Βοόζ και της ξένης Ρουθ, να μπορεί ο απόστολος Παύλος να πει σε ανθρώπους των εθνών:
«Γι’ αυτό να θυμάστε ότι εσείς οι άλλοτε εθνικοί... ότι εκείνο τον καιρό ήσασταν χωρίς Χριστό, απαλλοτριωμένοι από την πολιτεία του Ισραήλ και ξένοι από τις διαθήκες της υπόσχεσης, που δεν είχατε ελπίδα και ήσασταν στον κόσμο χωρίς Θεό. Τώρα όμως διαμέσου του Ιησού Χριστού, εσείς που άλλοτε ήσασταν μακριά, γίνατε κοντά διαμέσου του αίματος του Χριστού» (Εφεσίους 2:11-13).
του Τζεφ Μπόλντουιν
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Για μελέτες σχετικές με την αντίληψη της Π. Διαθήκης για τα έθνη γενικά, δες Walter Brüggemann. Theology of the Old Testament (Minneapolis: Fortress Press, 1997), 492-551. Horst Dietrich Preuss, Old Testament Theology, trans. L.G. Perdue (Louisville: Westminster John Knox Press, 1996), 2:284-307.
[2] Οι διαφορετικές λέξεις που χρησιμοποιούνται για τον ξένο στις εβραϊκές Γραφές, αποτελούν ήδη μια μαρτυρία ότι η έννοια του ξένου μπορεί να διαφέρει από περίπτωση σε περίπτωση. Η λέξη «ζαρ» αναφέρεται όχι μόνο σ’ αυτό που είναι ξένο, αλλά και σ’ αυτό που είναι παράξενο ή απαγορευμένο, ενώ πολλές φορές αναφέρεται σε πολιτικούς εχθρούς ή σε ξένους θεούς. Οι λέξεις «τοσάβ» και πιο πολύ «νεκάρ» παρουσιάζουν τον ξένο πιο αρνητικά, ενώ η λέξη «γκερ» πολύ πιο θετικά. Στους Ο’ η λέξη «γκερ» συχνά μεταφράζεται «προσήλυτος».
[3] Ο DeVaux τους παραλληλίζει με τους περίοικους της Σπάρτης, οι οποίοι ήταν ελεύθεροι, αλλά δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα, Roland DeVaux, Ancient Israel: Its Life and Institutions, trans. J. McHugh (Grand Rapids: Eerdmans, 1961), 74-75.
[4] Αυτ., 75.
[5] Βέβαια, στις ραβινικές παραδόσεις θεωρούνταν συνήθως ότι ο «ξένος», που αναφέρεται εδώ, είναι ο «γκερ τσαντίκ» (ο δίκαιος ξένος) και όχι ο «γκερ τοσάβ» (ο απερίτμητος ξένος). Όμως, δες H.R. Cole, «The Sabbath and the Alien», Andrews University Seminary Studies, Autumn 2000, 38:2:223-29.
[6] Δες Mark Sneed, «Israelite Concern for the Alien, Orphan, and Widow: Altrism or Ideology?» Zeitschrift für die Alttestamentlich Wissenschaft 111:4, 1999 (498-507). Επιχειρηματολογία, όπως του Sneed, ότι όλοι οι νόμοι της Π. Διαθήκης, που προβλέπουν κάτι θετικό για τον ξένο, αποτελούν εκφράσεις της άρχουσας τάξης με τις οποίες καθησύχαζε τη συνείδησή τους, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Όταν κάθε τι το αρνητικό αποτελεί μαρτυρία κατά των Γραφών, ενώ κάθε τι το θετικό δεν γίνεται δεκτό ως αποδεικτικό στοιχείο υπέρ του μηνύματος των Γραφών, τότε ο Sneed είναι ένοχος της ίδιας αδικίας που αποδίδει στις Γραφές.
[7] Για εκτενή έρευνα σχετικά με τη θέση των ξένων κατά την περίοδο μετά την αιχμαλωσία, δες Daniel L. Smith-Christopher, «Between Ezra and Isaiah: Exclusion, Tranformation, and Inclusion of the Foreigner in Post-Exilic Biblical Theology», in Ethnicity and the Bible, ed. Mark G. Brett (Leiden: E.J. Brill, 1996).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου